Σεβαστοί πατέρες, Κύριε Νομάρχα, Κύριοι βουλευτές, κύριοι Δήμαρχοι, κύριοι πρόεδροι κοινοτήτων, κύριοι πρόεδροι πολιτιστικών σωματείων, αγαπητοί συμπατριώτες, συγγενείς και φίλοι των μεγάλων νεκρών μας, αγαπητοί προσκεκλημένοι που ήλθατε από την γη του Αλεξάνδρου.
Οφείλω προοιμιακά να ευχαριστήσω την οργανωτική επιτροπή που μου έκανε την μεγάλη τιμή να είμαι απόψε ομιλητής.
Έρχομαι από μια γιορτή που έγινε στο χωριό Παλαιομάνινα του Ξηρομέρου. Ορισμένοι κάτοικοι με διαβεβαίωσαν πως το όνομα του χωριού τους προέρχεται από το όνομα Μάνη. Και ότι στο χωριό τους μαρτυρείται παρουσία Μανιατών, άρα προέρχονται από Μανιάτες. Ζήτησα να με πάνε στο ηρώο. Μέτρησα τα ονόματα των νεκρών και είπα:
"Δεν προέρχεστε από Μανιάτες είσθε Μανιάτες". Γιατί το να είναι κανείς Μανιάτης δεν είναι θέμα καταγωγής είναι θέμα αγωγής. Τον Μανιάτη κάνει το προθύμως εθέλειν υπέρ της πατρίδος θνήσκειν. Αυτό εν μέρει εξηγεί και την παρουσία Μανιατών πολεμιστών στη Μακεδονία.
Υπάρχει όμως και άλλη εξήγηση που συνδέεται με το χαρακτήρα, την ιδιοσυγκρασία μας. Είναι παγκοίνως γνωστό ότι εμείς οι Μανιάτες, ως απόγονοι των αρχαίων Σπαρτιατών, είμαστε οι πιο εκδικητικοί ανάμεσα στους Έλληνες. Περίτρανη απόδειξη του ισχυρισμού αυτού αποτελεί το γεγονός, που αποτελεί την αιτία του σημερινού εορτασμού. Ο Αλέξανδρος μετά τη μάχη του Γρανικού συνόδευσε την αποστολή των τριακοσίων ασπίδων, που ως τρόπαιο νίκης τοποθετήθηκαν στην Ακρόπολη των Αθηνών, με την ακόλουθη μειωτική για τους Λάκωνες επιγραφή:
«Αλέξανδρος ο Φιλίππου και οι Έλληνες πλην Λακεδαιμονίων».
Έτσι εξήρεσε ο Αλέξανδρος, μ' εκείνο το αφοριστικό «πλην», τους Λακεδαιμονίους
«...απ' την θαυμάσια πανελλήνιαν εκστρατεία,
την νικηφόρα και περίλαμπρη,
την περιλάλητη, την δοξασμένη
ως άλλη δεν δοξάσθηκε καμία,
την απαράμιλλη...».
όπως την ονομάζει ο Κωνσταντίνος Καβάφης.
Αυτή ήταν η εκδίκηση των Μανιατών στην προσβολή του Αλεξάνδρου. Μπορεί οι Λάκωνες να μην έλαβαν μέρος στην πανελλήνια εκστρατεία για την κατάκτηση της Ασίας, έλαβαν μέρος όμως στην πανελλήνια εκστρατεία για την απελευθέρωση της Μακεδονίας. Και μάλιστα υπήρξαν πρωτοπόροι.
Γι' αυτό επιτρέψατε μου αυτό το πρώτο εγκώμιο για τους Μανιάτες Μακεδονομάχους να ονομάσω κάπως μεταφορικά, αλλά όχι έξω από ιστορικά δεδομένα, με μια μόνο φράση: «Οι Μανιάτες Μακεδονομάχοι απαντούν στην προσβολή του Αλεξάνδρου». Και ακολουθώντας την παράδοση των προγόνων μας, που εγκατελείφθη από τους νεωτεριστές και εκσυγχρονιστές της εποχής μας, να συνθέσω επίγραμμα σε λόγο αρχαίο δωρικό προς τιμήν των Μανιατών που άφησαν το ξερό τοπίο της Μάνης, για να χύσουν το αίμα τους στα εύφορα εδάφη της Μακεδονίας και να τα προσφέρουν ελεύθερα στους Μακεδόνες και αργότερα στους μικρασιάτες πρόσφυγες. Βέβαια δεν έχω την ποιητική πνοή του Τυρταίου ούτε την επιγραμματική δεινότητα ενός Σιμωνίδη, για να συνθέσω επίγραμμα αντάξιο των Μανιατών Μακεδονομάχων, αλλά θα προσπαθήσω να μην αδικήσω ιστορικά το μέγεθος της αγωνιστικής προσφοράς. Ωστόσο, ζητώ την επιείκειά σας:
«Εν Γρανικού ρείθροις
πρώταν νίκαν σχων
Αλέξανδρος Μακεδών
Ασίαθεν ήγγελλεν:
«πλην Λακεδαιμονίων»
Έτεσιν ύστερον πολλοίς
πάτρας υπέρ Αλεξάνδρου
αμύνοντες
Λακώνων οι έκγονοι
τω σώματι δ' αλλοτρίω χρησάμενοι
ήγγειλαν «...μετά Λακεδαιμονίων»!
Αν δεν είχε περάσει ο λίβας της εκπαιδευτικής απορρυθμίσεως, που μάρανε την πάντα ζώσα και δρώσα αρχαιοελληνική, αφήνοντας στο γλωσσικό μας έδαφος τα σημερινά λεκτικά ράκη, δεν θα χρειαζόταν μετάφραση, για να κατανοηθεί το επίγραμμα αυτό. Αλλά επειδή για τα νέα παιδιά τα αρχαία ελληνικά είναι η πιο ξένη από τις ξένες γλώσσες αναγκάζομαι για χάρη τους να μεταφράσω τους ευνόητους αυτούς στίχους:
«Αφού πέτυχε την πρώτη νίκη
στις όχθες του Γρανικού ποταμού
ο Μακεδών Αλέξανδρος,
έστειλε από την Ασία το άγγελμα
ότι τη νίκη πέτυχαν αυτός και οι Έλληνες
χωρίς τη συμμετοχή των Λακεδαιμονίων.
Ύστερ' από χρόνια πολλά
υπέρ της πατρίδος του Αλεξάνδρου
μαχόμενοι,
μη λογαριάζοντας τη ζωή τους
των αρχαίων Λακώνων οι έκγονοι έστειλαν
το δικό τους άγγελμα:
«Η λευτεριά της Μακεδονίας ήλθε δια των Λακεδαιμονίων και μετά Λακεδαιμονίων».
Κυρίες και κύριοι, ελλόγιμο ακροατήριο και πονεμένοι συγγενείς των τελευταίων παινεμένων και τιμημένων Μανιατών που έδωσαν τη γλυκιά ζωή για της Ελλάδος την τιμή, και εννοώ τους ευγενείς και ευπρεπείς αξιωματικούς μας Σταυριανάκο και Βλαχάκο, δεν βρίσκομαι αυτή τη στιγμή σ΄ αυτά τα ένδοξα χώματα που γεννήθηκαν οι προπάτορές μου σαν απλός υμνητής.
Βρίσκομαι σαν επικριτής. Τον ύμνο των Μανιατών Μακεδονομάχων έπλεξε η δόξα. Τι να προσθέσει η δική μου γλώσσα: «Οι γαρ την υπάρχουσαν πάσιν έμφυτον του ζην υπερείδον επιθυμίαν και ηβουλήθησαν καλώς μάλλων τελευτήσαι ή ζώντες την Ελλάδ' ιδείν ατυχούσαν, πως ουκ ανυπέρβλητον παντί λόγω την αυτών αρετήν καταλελοίπασιν;» (=Διότι αυτοί που περιφρόνησαν την έμφυτη σε όλους επιθυμία της ζωής και προτίμησαν να πεθάνουν με τιμή παρά ζωντανοί να βλέπουν την Ελλάδα να ατιμάζεται, πώς δεν έχουν αφήσει αξεπέραστη από κάθε λόγο την προσωπική ανδρεία τους; ). Ήλθα, λοιπόν, σαν ...επικριτής.
Και δικαιούμαι να είμαι επικριτής. Έχω εκδώσει 40 βιβλία και έχω γράψει πάνω από 250 μελέτες. Τίποτα από αυτά δεν αναφέρεται στη Μάνη εκτός από μια νεανική εργασία μου. Όλη η πνευματική προσπάθειά μου είναι αφιερωμένη στη Βόρεια Ελλάδα. Έχω ομιλήσει κατ' επανάληψη σ' όλες σχεδόν τις πόλεις της Βόρειας Ελλάδος. Είναι η πρώτη φορά που ομιλώ στη Μάνη. Και αν αποδέχθηκα την πρόταση των συμπατριωτών μου είναι γιατί μου δίνεται η ευκαιρία από την ηρωοτόκο περιοχή αυτή να διατυπώσω την επίκρισή μου, να εκφράσω την αγανάκτησή μου για την ιστορική αδικία που γίνεται μεθοδευμένα και εσκεμμένα εναντίον της Μάνης.
Το λέω κι ας πικραίνονται οι ξένοι φίλοι που μ' ακούν. Όμως η αλήθεια, έστω και πικρή, ελευθερώνει. Κανένα βιβλίο ιστορίας από τα σύγχρονα, είτε σχολικό μα ούτε και πανεπιστημιακό, δεν αναφέρεται στη συμμετοχή των Μανιατών στον Μακεδονικό Αγώνα. Και πρέπει, ιδίως το νέο παιδί να επισκεφθεί την εθνική εστία που ονομάζεται Μουσείο Μακεδονικού Αγώνος για να πληροφορηθεί ότι συμμετείχαν και Μανιάτες στην εθνική εκείνη εποποιία. Κάποτε, το να τιμήσουμε τον Μακεδονικό αγώνα, εθεωρείτο σωβινισμός.
Μετά το 1990 ο εορτασμός έγινε παντού συρμός και ενίοτε διασυρμός. Μνημονεύονται δικαίως οι εντόπιοι Μακεδόνες, που σήκωσαν το Σταυρό του Αγώνα μόνοι και αβοήθητοι και σχεδόν αγνοημένοι επί 30 χρόνια. Είναι λάθος να πιστεύουμε ότι ο Μακεδονικός Αγώνας άρχισε το 1904. Είχε αρχίσει από την πρώτη στιγμή μετά το σχηματισμό της Βουλγαρικής Εξαρχίας. Κι ήταν ένας αγώνας βουβός, αμείλικτος, σκοτεινός. Έλεγαν τότε ενδεικτικά οι Μακεδόνες: «Είναι εύκολο να είσαι Έλληνας στο Γύθειο, μα είναι επικίνδυνο να είσαι Έλληνας στη Φλώρινα». Το να είναι κανείς Έλληνας στα χωριά και στα βουνά της Μακεδονίας και να το λέει δυνατά, ήταν σαν να έβαζε το κεφάλι του στον ντορβά.
Το 1904 αποτελεί αφετηρία της β' φάσης του Μακεδονικού Αγώνα στον οποίο συμμετέχουν με ρόλο πια πρωταγωνιστικό και νοτιοελλαδίτες αξιωματικοί και οπλαρχηγοί. Όμως και πάλι την τιμή της πρωτοπορίας έχουν εντόπιοι. Το 1878 με το κίνημα στο Λιτόχωρο, αργότερα με τους αντάρτες που στρατολογούσε ο Μακεδών ταγματάρχης πεζικού Μαυροειδής Γερογιάννης και ο αδελφός του Θεοχάρης και το 1896 με την εκστρατεία σε μικρογραφία του Μπρούφα, του Βαρβέρη και άλλων. Αλλά και όταν έφθασαν οι πρώτοι αντάρτες στη Μακεδονία προϋπήρχαν εκεί, ιδίως στα Κορέστια, τοπικά ανταρτικά σώματα που υπεράσπιζαν τον πληθυσμό από τις διώξεις και τον προσηλυτισμό των Βουλγάρων κομιτατζήδων. Πρωτοπόρος ο εθνομάρτυς καπετάν Κώττας, ο μακρινός πρόγονος των παιδιών μου από τη μεριά της συζύγου μου, που φέρει το ηρωικό επώνυμο του Μακεδόνα οπλαρχηγού.
Όμως εκείνο -και το τονίζω άλλη μια φορά- που αγνοείται στους σχετικούς εορτασμούς συστηματικά είναι η συμμετοχή των Μανιατών στην προεργασία, προετοιμασία και διεξαγωγή του οργανωμένου ένοπλου Μακεδονικού Αγώνα. Γι' αυτό χαιρετίζω με συγκίνηση την παρουσία στην αποψινή μας εκδήλωση του Διευθυντού του Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα, του κ. Ζάννα που αποτελεί βλαστό ένδοξης και τρισένδοξης μακεδονομαχικής οικογένειας, τον Δήμαρχο της Ιερής πόλης των Γιαννιτσών, πόλης στην οποία ο ελληνικός στρατός κατήγαγε τον μεγαλύτερο θρίαμβο στον βαλκανικό πόλεμο και άνοιξε το δρόμο προς την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης και τον σεβαστό εκπρόσωπο των μακεδονομαχικών οργανώσεων. Είναι μια αναγνώριση από τη μεριά των Μακεδόνων -και αυτό μετράει περισσότερο- της συμμετοχής των Μανιατών στον ιερό υπέρ της σωτηρίας της Μακεδονίας αγώνα.
Σήμερα οι ψευδοϊστορικοί των Σκοπίων και κάποιοι δικοί μας δήθεν αντικειμενικοί ιστορικοί ισοσταθμίζουν τις αγριότητες των Βουλγάρων με τις δήθεν αγριότητες των Ελλήνων Μακεδονομάχων. Αλλά οι Έλληνες, όπως κι αν έδρασαν, επί ελληνικού εδάφους έδρασαν. Σε ποια ιστορική φάση, με εξαίρεση κάποιες σύντομες επιδρομικές περιόδους, η Μακεδονία υπήρξε βουλγαρική; Έπαυσε ποτέ η Μακεδονία να ονομάζεται Μακεδονία, λέξη ελληνικωτάτη και μάλιστα δωρικοτάτη;
Δεν είναι το δωρικό «μάκος» (= μήκος) η ετυμολογική βάση του ονόματος Μακεδονία; Αλλά και οι πόλεις της Μακεδονίας, έστω και με τη σλαβική λεκτική τους ενδυμασία δεν διασώζουν την αρχαία ελληνική ονομασία τους; Ας λένε οι Σλάβοι τις λέξεις Σολούν, Σκόπιγιε, Λερίν, Κοστούρ. Είναι παραφθορά των ελληνικών Θεσσαλονίκη, Σκόπια, Φλώρινα, Καστοριά.
Δεν είναι οι Έλληνες που ήρξαντο χειρών αδίκων αλλά οι Βούλγαροι κομιτατζήδες, είτε ήταν σαντραλιστές, είτε ήσαν οι χειρότεροι Βερχοβιστές. Μετά την ψευτοεξέγερση του Ηλί Ντεν (20 Ιουλίου 1903), που προκάλεσε την καταστροφή τριών ακμαίων ελληνοβλαχικών κέντρων, του Κρουσόβου, της Νεβέτσκας (Νυμφαίου) και της Κλεισούρας, μετά την άγρια δολοφονία των Σερραίων προκρίτων Κονβόκη, Βαστόρχη, Καστάνια, μετά τις σφαγές Ελλήνων στις περιφέρειες Τζουμαγιάς, Μελενίκου, Νευροκοπίου, Πετριτσίου, Ντεμίρ-Ισάρ, Στρώμνιτσας, Σκοπίων (ναι, των ελληνικωτάτων κάποτε Σκοπίων), Κιλκίς, Δοϊράνης, Γευγελής, Βοδενών, Περλεπέ, Μοναστηρίου και Καστοριάς, άρχισε, επί τέλους να αφυπνίζεται και η υπνώττουσα σαν και σήμερα ελληνική κοινωνία. Και αρχίζει να κινείται η πάντα θαυματουργός ιδιωτική πρωτοβουλία. Δεν θα 'θελα ν' αναφερθώ σε ονόματα για να μην αδικήσω καμμιά μανιάτικη «σειρία», γιατί όλες έδωσαν στο Μακεδονικό Αγώνα τα πιο εκλεκτά τους παιδιά. Όμως κάποια ονόματα πρέπει να αναφερθούν γιατί αποτελούν σκοπόσημα στην ιστορία του Μακεδονικού Αγώνα.
Η τιμή για την οργάνωση του ένοπλου Μακεδονικού Αγώνα ανήκει στη Μάνη. Τη διεύθυνση, το συντονισμό, τον εφοδιασμό του Αγώνα ανέλαβε η οργάνωση που ονομάστηκε «Μακεδονικό Κομιτάτο». Το «Μακεδονικό Κομιτάτο» δημιουργήθηκε με πρωτοβουλία του δημοσιογράφου Δημητρίου Οικονόμου Καλαποθάκη που εξέδιδε την ιστορική εφημερίδα «Εμπρός». Ο Καλαποθάκης που μερικοί σύγχρονοι ανεπιστήμονες επιστήμονες θεωρούν Κρητικό, γεννήθηκε στη γειτονική μας Τσίμοβα, την γνωστή με το σημερινό της όνομα Αρεόπολη, το έτος 1865 (πέθανε στη Γερμανία το 1921).
Ιδού τι έγραψε γι' αυτόν ο εκλεκτός συμπολίτης μας δημοσιογράφος και συγγραφέας Γιώργος Φτέρης στο θαυμάσιο βιβλίο του «Μάνη πατρίδα μου», που εκδόθηκε μετά το θάνατο του: «Το «Μακεδονικό Κομιτάτο» ήταν έργο του, ουσιαστικά δικό του έργο, και σαν σύλληψη της ιδέας στην αρχή και σαν προώθηση της κατόπιν και σαν αξιοποίηση της αργότερα. Πρόκειται για μια εκτίμηση όπου βρίσκονται σύμφωνοι όλοι, τόσο εκείνοι που έτυχε να παρακολουθήσουν τα γεγονότα τότε που συγκεντρώνανε την πανελλήνια προσοχή, όσο και οι ιστορικοί που ασχολήθηκαν με το θέμα. Ο Καλαποθάκης οργανώνει τα αντάρτικα σώματα και τα στέλνει στη Μακεδονία, όπου οι βουλγαρικές συμμορίες εξόντωναν και τρομοκρατούσαν για χρόνια ολόκληρα τους ελληνομακεδονικούς πληθυσμούς. Αυτός ενεργεί για την εξασφάλιση της διαδοχής τους, αυτός συντονίζει όλες τις σχετικές ενέργειες ενημερώνοντας για κάθε περίπτωση το επίσημο Κράτος. Αυτός κρατά στα στιβαρά χέρια του τον αγώνα, εδώ στο κέντρο, ενώ επιτόπου παρακολουθεί την κατάσταση με την άγρυπνη φροντίδα του, ο Λάμπρος Κορομηλάς, που διορίστηκε επίτηδες πρόξενος της Ελλάδος στη Θεσσαλονίκη» (σσ 169-170).
Η Θεσσαλονίκη και η Μακεδονία γενικότερα έχουν τιμήσει δικαίως τον Λάμπρο Κορομηλά και τον Ίωνα Δραγούμη, αλλά δεν έχουν τιμήσει -τουλάχιστον επαξίως- την προσφορά του Καλαποθάκη. Βεβαίως στο Μακεδονικό Κομιτάτο συνέδρασαν πλήθος επιφανείς Έλληνες, κι ανάμεσα σ΄ αυτούς ο κορυφαίος της δημοσιογραφίας, ο Μανιάτης Πέτρος Κανελλίδης. Σ’αυτό ακριβώς συνίσταται η προσφορά του Καλοποθακη. Δεν δούλεψε για να προβληθεί ο ίδιος, αλλά το θέμα που υπηρετούσε. Γι' αυτό συνεκέντρωσε στο Κομιτάτο ο,τι εκλεκτότερο διέθετε τότε η Ελλάς. Κι ακόμη αποτέλεσε τον σύνδεσμο ανάμεσα στην οργάνωση και στο επίσημο ελληνικό κράτος που ανεπισήμως αλλά εκθύμως, αφού ανεγνώρισε έστω και αργά την κρισιμότητα της καταστάσεως, υποστήριζε τον αγώνα των Μακεδονομάχων.
Και όταν ήλθε η στιγμή που πρέπει τα λόγια να γίνουνε πράξη, η ώρα της μεγάλης δοκιμασίας, οι Μανιάτες μαζί με άλλους Λάκωνες έδωσαν το αγωνιστικό τους παρόν. Με βάση τον κατάλογο των αγωνιστών που έχει καταρτισθεί, η Μάνη έχει αναλογικά με τον πληθυσμό της μεγαλύτερη αριθμητική συμμετοχή από κάθε άλλη ελληνική περιοχή. Αν μάλιστα ληφθεί υπόψη ότι οι Μανιάτες αδιαφορούσαν για διακρίσεις σε σημείο που από το αρχείο αγωνιστών του 1821 να απουσιάζουν πλήθος από Μανιάτες πολεμιστές, αυτό με κάνει να υποπτευθώ ότι ο αριθμός των Μανιατών που έδρασε στη Μακεδονία ήταν μεγαλύτερος.
Θυμάμαι ότι σε όλα τα μανιατόσπιτα του Κούμαρου και στα καταστήματα της πλατείας στο Γύθειο υπήρχαν πολλές φωτογραφίες ανωνύμων τώρα πια Μανιατών Μακεδονομάχων. Το ίδιο συνέβαινε και στα χωριά. Σε όλα τα σπίτια έβλεπε κανείς φωτογραφίες Μανιατών με στολή Μακεδονομάχου. Θυμάμαι ονόματα, όπως τον μπάρμπα Νικόλα Ξιφαρά, όμως τα ονόματα αυτά δεν υπάρχουν στον επίσημο κατάλογο. Η ευθύνη πέφτει αποκλειστικά σε μας τους Μανιάτες, που δεν φροντίσαμε να συλλέξουμε και να φυλάξουμε τις δάφνες των προγονών μας.
Διερωτώμαι: θα γιορτάζαμε αύριο (11 Αυγούστου) τη μνήμη του ναυάρχου Ιωάννη Δεμέστιχα, του Νικηφόρου του Μακεδονικού αγώνα, αν δεν υπήρχε η πέννα της μεγάλης ελληνίδας Πηνελόπης Δέλτα: Κι αν δεν υπήρχαν τα βιβλία των συμπατριωτών μας Γ. Α. Γιαννακάκου-Ραζέλου («Οι εθελοντικοί αγώνες της Μάνης δια την ελευθερίαν (Κρήτης-Θεσσαλίας-Μακεδονίας-Ηπείρου)>>, Αθήνα 1950) και του ακαταπόνητου Δικαίου Βαγιακάκου («Η συμβολή της Μάνης εις τον Μακεδονικό Αγώνα 1904-1908». Αθήναι 1986) και άλλων Μανιατών λογίων, θα έμενε μόνο το μοιρολόι να μας θυμίζει τη συμμετοχή κάποιων Μανιατών στην ένδοξη εκείνη φάση της ελληνικής ιστορίας, ίσως τη πιο κρίσιμη της νεοελληνικής ιστορίας.
Και λέω πιο κρίσιμη, διότι αν χάναμε τη Μακεδονία, θα χάναμε και τη Θράκη, και την Ήπειρο και φυσικά τα ανατολικά νησιά του Αιγαίου. Η σωτήρια της Μακεδονίας υπήρξε σωτήρια για την Ελλάδα. Αν δεν υπήρχε ακόμη η ονομασία Γέρμα προς υποδήλωση ενός ακμαίου χωρίου της Μακεδονίας, ποιος θα θυμόταν την ξεχασμένη και ερημωμένη Γέρμα της Μάνης, που γέννησε τον ανθυπολοχαγό Τσοτάκο, που πολέμησε με το ψευδώνυμο καπετάν Γέρμας και σκοτώθηκε στις 16 Ιουλίου 1907 στο χωριό Λόσνιτσα που φέρει σήμερα το αγωνιστικό όνομα του: Την ίδια μέρα στο ίδιο μέρος σκοτώθηκε και ο Βασίλης Τσιμπιδάρος που είχε το παρωνύμιο Τσιμπίδας.
Όμως, πηγαίνει ο επισκέπτης στην ξακουστή Μονή της Οσιανής στο Σκρα και βλέπει πλήθος οικοδομικές βαναυσουργίες, αλλά δεν βλέπει ούτε μια φωτογραφία, ούτε μια στήλη που να θυμίζει την εκεί παρουσία του ανθυπολοχαγού Μιχαήλ Αναγνωστάκου, του καπετάν Ματαπά, που ντυμένος καλογερικά συντόνιζε τον αγώνα κατά των Βουλγάρων στην κρίσιμη αυτή περιοχή.
Η περιοχή του Σκρα μας μεταφέρει συνειρμικά στην περίφημη μάχη που στερέωσε οριστικά την απελευθέρωση της Μακεδονίας. Στη μάχη αυτή σκοτώθηκε ο λοχαγός Ταβουλάρης. Το μοιρολόι, που είναι συνθεμένο προς τιμή του, συμπυκνώνει με Σιμωνίδεια επιγραμματικότητα το νόημα της συμμετοχής στους αγώνες για τη Μακεδονία που ήσαν στο παρελθόν πολλοί και μέλλουν να είναι περισσότεροι:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου