Σάββατο 22 Ιουνίου 2024

Μάχη Κιλκίς-Λαχανά: Το Έπος Τών Ελλήνων.

 

Κατωτέρω το πλήρες ιστορικό της ηρωικής επικής μάχης Κιλκίς Λαχανά της 21/6/1913. Που έσωσε την Μακεδονία μας.

Κατωτέρω:                    

                                                                                                    Α. Μάχη Κιλκίς-Λαχανά: Το Έπος Των Ελλήνων του Κωνσταντίνου Αραμπάμπασλη. Καο

Β. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ ΚΙΛΚΙΣ-ΛΑΧΑΝΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΕΤΑΣΧΟΝΤΑ ΣΤΗΝ ΗΡΩΙΚΗ ΜΑΧΗ ΑΝΘΥΠΟΛΟΧΑΓΟ (ΠΖ) ΑΡΙΣΤΕΙΔΗ ΖΕΡΒΑ. ΠΟΥ ΠΡΟΚΑΛΕΙ ΤΙΓΗ ΕΘΝΙΚΗΣ ΣΥΓΚΙΝΗΣΗΣ

Δρ. Ευριπίδης Μπίλλης

Α. Μάχη Κιλκίς-Λαχανά: Το Έπος Των Ελλήνων του Κωνσταντίνου Αραμπάμπασλη

Πηγή: cognoscoteam.gr

του Κωνσταντίνου Αραμπάμπασλη,

Το 1912-1913 δύο σημαντικά γεγονότα ήρθαν να συνταράξουν τη βαλκανική χερσόνησο. Πρόκειται για τους Βαλκανικούς Πολέμους, ο πρώτος Βαλκανικός Πόλεμος έγινε ανάμεσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και τον Βαλκανικό Συνασπισμό, που αποτελούνταν από την Ελλάδα, την Βουλγαρία, την Σερβία και το Μαυροβούνιο.

Σε αντίθεση με των πρώτο βαλκανικό πόλεμο, ο δεύτερος έγινε ανάμεσα στην Βουλγαρία και των πρώην βαλκανικών συμμάχων της, ο Βαλκανικός συνασπισμός διασπάστηκε.

Θα ξεσπάσει τότε ένας ακατάπαυστος και σκληρός πόλεμος όπου η Βουλγαρία εναντίον των πρώην συμμάχων της, θα προσπαθήσει να διεκδικήσει την μερίδα του λέοντος στην περιοχή.

ΑΙΤΊΑ

Κατά τη διάρκεια του 19ου και 20ού αιώνα συνέβησαν κάποια γεγονότα τα οποία συνέβαλαν στην έκρηξη των Βαλκανικών Πολέμων. Αρχικά, η ήττα της Ελλάδας στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 ενίσχυσε το ηδη εχθρικό κλίμα που υπήρχε απέναντι στην οθωμανική αυτοκρατορία,

Ενώ ο Μακεδονικός Αγώνας διαμόρφωσε το πεδίο μάχης των βαλκανικών πολέμων.


Η αποδυνάμωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήρθε σταδιακά. Η επανάσταση των Νεότουρκων το 1908, η οποία υποτίθεται ότι θα έφερνε θετικές αλλαγές για τους Χριστιανικούς πληθυσμούς της αυτοκρατορίας, ενώ απεναντίας οι χριστιανικοί πληθυσμοί υπέστησαν από τους τούρκους, σφαγές, διωγμούς, δέσμευσης των παρουσιών, και πολλές φορές εκτουρκισμό.


Παράλληλα ο ιταλο-τουρκικός πόλεμος 1911-1912 στην Λιβύη απέδειξε ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν ευάλωτη καθώς ο στρατός της ήταν απαρχαιωμένος και ανοργάνωτος.


Όλα αυτά τα γεγονότα έδωσαν το πρόσχημα στους βαλκανικούς λαούς να εξεγερθούν απέναντι στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.


Τον Φεβρουάριο του 1912 υπογράφηκε συνθήκη συμμαχίας μεταξύ της Βουλγαρίας και της Σερβίας, τον Μάιο υπογράφηκε μια παρόμοια συνθήκη μεταξύ Βουλγαρίας και Ελλάδας και τον Αύγουστο έγινε άλλη μία μεταξύ Μαυροβουνίου και Βουλγαρίας.


Οι τέσσερις αυτές χώρες αποτέλεσαν τον Βαλκανικό Συνασπισμό, με κοινό αίτημα μεταρρυθμίσεις στην Οθωμανική Αυτοκρατορία υπέρ των υπόδουλων λαών, κυρίως των Χριστιανών.


Το αίτημα τους όμως απορρίφθηκε και στις 8 Οκτωβρίου 1912 τα ενωμένα κράτη επιτέθηκαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, καθώς πίστευαν ότι ήταν σε θέση να κερδίσουν τον πόλεμο εναντίον της.


Έληξε ο πόλεμος 8 μήνες μετά, με την Συνθήκη του Λονδίνου, όπου η Οθωμανική Αυτοκρατορία αναγκάστηκε να παραχωρήσει ευρωπαϊκά εδάφη στους νικητές.


Η Βουλγαρία όμως δεν ήταν ευχαριστημένη με τα κέρδη της από τον πόλεμο, σε αντίθεση με την Ελλάδα και την Σερβία που ήταν οι πιο κερδισμένες χώρες.


Δεν αποδεχόταν την κατάκτηση της Θεσσαλονίκης από την Ελλάδα, και επιθυμούσε την προσάρτησή της στην Βουλγαρία.


Η στάση της ανάγκασε την Σερβία και την Ελλάδα να συνάψουν συμμαχία εναντίον των Βουλγάρων.


Όλα αυτά τα γεγονότα είχαν ως αποτέλεσμα τον Β’ Βαλκανικό Πόλεμο ο ποιος, αν και ακήρυχτος και αιφνίδιος, υπήρξε περισσότερο καταστροφικός από τον προηγούμενο. [1]


 Στις 16 Ιουνίου 1913, οι Βούλγαροι έκαναν αιφνιδιαστική επίθεση εναντίον των πρώην συμμάχων τους.


Στις 17 Ιουνίου οι Βούλγαροι κατείχαν την γραμμή Βέλτιστος – Πολύκαστρο, ενώ παράλληλα συγκροτούσαν σχέδιο κατάληψής της Θεσσαλονίκης στις 19 του ίδιου μήνα.


Ο ελληνικός Στράτος, χάρη στην έγκαιρη αντίδραση του, κατόρθωσε να αναγκάσει την βουλγάρικη πλευρά σε άμυνα στην τοποθεσία Κιλκίς – Λάχανα. [2]


 Οι Βούλγαροι επέλεξαν την περιοχή αυτή ως αμυντική τοποθεσία με σκοπό να ανακόψουν την πορεία των εχθρικών στρατευμάτων από τον Βορρά.


Γύρω από το Κιλκίς, δυτικά, ανατολικά και νότια, οι Βούλγαροι κατασκεύασαν χαρακώματα, πολυβολεία, πυροβολεία και κλειστές ‘’ περιβολές’’. Ανάλογά αμυντικά έργα υπήρχαν στα ευρύτερα χωριά και υψώματα τις περιφέρειάς του Κιλκίς.[3]


Η ΕΝΑΡΞΗ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ


Στις 19 Ιουνίου απέναντι στις τέσσερις μεραρχίες που κινούνταν προς το Κιλκίς (πρωί 19ης Ιουνίου) βρισκόταν η 2η ταξιαρχία της βουλγαρικής 3ης Μεραρχίας, με τρεις πεδινές και μια ορειβατική πυροβολαρχία, αλλά και άλλες δυνάμεις ανεβάζοντας τον συνολικό αριθμό των βουλγαρικών δυνάμεων στο Κιλκίς στα 19 βουλγαρικά τάγματα.


Την πρώτη ημέρα της επίθεσης, δυνάμεις της 2ης Μεραρχίας, υπό τη διοίκηση του στρατηγού Κων/νου Καλλάρη, απώθησαν τις βουλγαρικές μονάδες από τα υψώματα γύρω από τις Μάνδρες με επίθεση δια της λόγχης.


Η 4η και η 5η Μεραρχία, προέλασαν κάτω από τα πυκνά πυρά του εχθρικού πυροβολικού, με την 5η να δέχεται βαριές απώλειες (1.200 νεκρούς και τραυματίες) και την 4η να καθηλώνεται κατά μήκος της σιδηροδρομικής γραμμής.


Ωστόσο, εν τέλει τα εχθρικά χαρακώματα καταλήφθηκαν με τις ξιφολόγχες, ενώ η 3η πραγματοποιούσε επίθεση στα υψώματα Άνω Αποστόλου και Γυναικοκάστρου.


Με τις βουλγαρικές δυνάμεις να υποχωρούν προς το Κιλκίς, η μεραρχία κατέλαβε την Ξυλοκερατιά και την Πέρινθο.


Στις 20 Ιουνίου η 2η Μεραρχία, χωρίς να αντιμετωπίσει σοβαρή αντίσταση, έφτασε σε θέσεις εξόρμησης απέναντι στο Κιλκίς και ετοιμάστηκαν ορύγματα.


Παράλληλα, η 4η Μεραρχία, που είχε προωθηθεί περισσότερο, ανέμενε να φτάσουν στο ύψος της οι άλλες και στη συνέχεια επιτέθηκε και κατέλαβε τα υψώματα ανατολικά της Κρηστώνης (Σαριγκιόλ), πλησιάζοντας την κύρια εχθρική θέση μπροστά από Κιλκίς.


Ωστόσο καθηλώθηκε από πυκνό εχθρικό πυρ το απόγευμα, σε απόσταση περίπου ενός χιλιομέτρου από τα εχθρικά χαρακώματα.


Η 5η κινήθηκε προς το Κιλκίς και κατά τις 15:00 επιτέθηκε εναντίον του εχθρού, με κάλυψη πυροβολικού.Ωστόσο καθηλώθηκε στις παρυφές του Σαριγκιόλ.


Η 3η Μεραρχία καταδίωξε βουλγαρικά τμήματα, φτάνοντας στα υψώματα Αρμουτζή


 


Οι μάχες συνεχίστηκαν και στις 21 Ιουνίου. Οι βουλγαρικές δυνάμεις ήταν καλά οχυρωμένες στην κύρια θέση τους μπροστά από το Κιλκίς, καθιστώντας εξαιρετικά επικίνδυνη μια μετωπική επίθεση.


Οπότε και δόθηκε εντολή από τη διοίκηση για νυκτερινή επίθεση- πλευρικό αιφνιδιασμό από δυνάμεις της 2ης Μεραρχίας, την οποία και πραγματοποίησαν το 1ο και το 7ο Σύνταγμα.


Ωστόσο, οι Βούλγαροι θεώρησαν πως επρόκειτο για γενικευμένη νυκτερινή επίθεση από τη 2η Μεραρχία, και ακολούθησε ανταλλαγή πυρών πυροβολικού.


Εν τέλει τα δύο συντάγματα κατέλαβαν τις πρώτες τρεις εχθρικές αμυντικές γραμμές, ολοκληρώνοντας την κατάληψή τους στις 10 το πρωί, ύστερα από πολύωρη μάχη, που είχε αρχίσει λίγο πριν τις 4 τα ξημερώματα.


Με την ανατολή του ήλιου επιτέθηκαν και οι υπόλοιπες μεραρχίες, με την 4η να καταλαμβάνει δια της λόγχης τα εχθρικά χαρακώματα και να υφίσταται σημαντικές απώλειες.


Η 5η κατέλαβε το Σαριγκιόλ και στις 11 το πρωί έφτασε στις παρυφές του Κιλκίς, ενώ η 3η προχωρούσε προς το Κιλκίς, με τα βουλγαρικά στρατεύματα να υποχωρούν σε όλο το μήκος του μετώπου, σε δύο φάλαγγες, προς Δοϊράνη και Στρυμόνα.


 


Με τον εχθρό σε υποχώρηση, ο Κωνσταντίνος διέταξε καταδίωξη, που εκτελέστηκε από την 4η και την 5η Μεραρχία, οι οποίες έφτασαν στα χωριά Τέρπυλο και Ξεροβρύση, καθώς και από την ταξιαρχία ιππικού.


Η 3η Μεραρχία έφτασε στα υψώματα Μεταλλινού, από όπου άνοιξε πυρ με το πυροβολικό της κατά του υποχωρούντος εχθρού, ενώ η 2η ανασυντασσόταν, λόγω βαριών απωλειών.


Μέτα τη μάχη του Κιλκίς-Λαχανά ακολούθησε η Μάχη Δοϊράνης, που έληξε με νίκη των Ελλήνων. Κατά τη διάρκεια του Πολέμου οι Έλληνες κατάφεραν να κατακτήσουν αρκετές περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης. 


Ο Δεύτερος Βαλκανικός Πόλεμος έληξε με την συνθήκη του Βουκουρεστίου, οπού η Ελλάδα προσάρτησε την δυτική Μακεδονία, τη Νότια Ήπειρο την Κρήτη και τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου πλην τα Δωδεκάνησα.


 


Η Μάχη Κιλκίς-Λαχανά χαρακτηρίζεται ως η φονικότερη μάχη των Βαλκανικών Πολέμων. Ο Ελληνικός Στρατός έχασε στον πόλεμο 8.828 αξιωματικούς και οπλίτες, ενώ η βουλγαρική πλευρά είχε περίπου 4.227 νεκρούς, και 1.977 τραυματίες.


Παρά τις δυσκολίες, ο Ελληνικός Στράτος κατάφερε να διασπάσει τις αμυντικές γραμμές του αντιπάλου και να τον τρέψει σε φυγή.


Οι Νίκες του Ελληνικού Στρατού είχαν ως αποτέλεσμα την απελευθέρωση του Κιλκίς και του Λαχανά, οι νίκες αυτές έμελλαν να κρίνουν της εξελίξεις στα επόμενα χρόνια.


 Ενδεικτική Βιβλιογραφία:


· Ιστορία του Ελληνικού Έθνους. Εκδοτική Αθηνών. Τόμος ΙΔ’. Αθήνα 1980.


· Μάχη Κιλκίς-Λαχανά, Β Βαλκανικοί πόλεμοι, Μαρία Κουπουρτιάδου, Τμήμα βαλκανικών Σλαβικών και Ανατολίτικων Σπουδών του Πανεπιστήμιου Μακεδονιας.


· Κέντρο Έρευνας Νεότερης Ιστορίας (ΚΕΝΙ), Πάντειο Πανεπιστήμιο


· Εμείς οι Έλληνες. Σκάι 2008. Πολεμική Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας.


· Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού / ΓΕΣ


Παραπομπες


· [1]*Μάχη Κιλκίς-Λαχανά, Β Βαλκανικοί πόλεμοι, Μαρία Κουπουρτιάδου, Τμήμα βαλκανικών Σλαβικών και Ανατολίτικων Σπουδών του Πανεπιστήμιου Μακεδονιας. Σελ.1


· [2] *Μάχη Κιλκίς-Λαχανά, Β Βαλκανικοί πόλεμοι, Μαρία Κουπουρτιάδου, Τμήμα βαλκανικών Σλαβικών και Ανατολίτικων Σπουδών του Πανεπιστήμιου Μακεδονιας. Σελ.1


· [3] *Μάχη Κιλκίς-Λαχανά, Β Βαλκανικοί πόλεμοι, Μαρία Κουπουρτιάδου, Τμήμα βαλκανικών Σλαβικών και Ανατολίτικων Σπουδών του Πανεπιστήμιου Μακεδονιας. Σελ.2


Β. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ ΚΙΛΚΙΣ-ΛΑΧΑΝΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΕΤΑΣΧΟΝΤΑ ΣΤΗΝ ΗΡΩΙΚΗ ΜΑΧΗ ΑΝΘΥΠΟΛΟΧΑΓΟ (ΠΖ) ΑΡΙΣΤΕΙΔΗ ΖΕΡΒΑ. ΠΟΥ ΠΡΟΚΑΛΕΙ ΤΙΓΗ ΕΘΝΙΚΗΣ ΣΥΓΚΙΝΗΣΗΣ


 


 


Το 1912-1913 δύο σημαντικά γεγονότα ήρθαν να ταράξουν τη βαλκανική χερσόνησο. Πρόκειται για τους Βαλκανικούς Πολέμους, ο πρώτος Βαλκανικός Πόλεμος έγινε ανάμεσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και τον Βαλκανικό Συνασπισμό, που αποτελούνταν από την Ελλάδα, την Βουλγαρία, την Σερβία και το Μαυροβούνιο.


Σε αντίθεση με των πρώτο βαλκανικό πόλεμο, ο δεύτερος έγινε ανάμεσα στην Βουλγαρία και των πρώην βαλκανικών συμμάχων της, ο Βαλκανικός συνασπισμός διασπάστηκε.


Θα ξεσπάσει ένας ακατάπαυστος και σκληρός πόλεμος όπου η Βουλγαρία εναντίον των πρώην συμμάχων της, θα προσπαθήσει να διεκδικήσει την μερίδα του λέοντος στην περιοχή.


 


19/21 Ιουνίου: Μάχη Του Κιλκίς, 4η Μεραρχία


(Διήγηση του Ανθυπολοχαγού (ΠΖ) Αριστείδη Ζέρβα[9])


Τον πόλεμο τον περιμέναμε. Ειδικά, όταν στα μέσα Ιουνίου μας μοίρασαν από το Επιτελείο χάρτες της Μακεδονίας, με εντολή να τους μελετήσουμε καλά.


Οι χάρτες αυτοί σήμαιναν ένα πράγμα: ότι αν οι Βούλγαροι έκαναν καμιά ατιμία πάλι, δεν θα υπήρχε συγχώρεση. Οι χάρτες αυτοί είχαν δική τους φωνή: «Ήρθαμε εδώ για να μας μελετήσετε καλά … Κι αν έρθουν οι Βούλγαροι, να ξέρετε πού θα τους πολεμήσετε και πού θα τους καταδιώξετε!»


Μία τέτοια καλοδεχούμενη άφιξη, δεν μπορούσα να την κρύψω από τους Στρατιώτες μου. Το τι έγινε σαν τους το είπα, δεν μπορείτε να το φανταστείτε, όσο καλά κι αν το περιγράψω.


Ο ενθουσιασμός μεταδόθηκε σε όλο το Τάγμα. Ο Ταγματάρχης με αγριοκοίταξε λίγο, που δεν τήρησα το «εμπιστευτικόν», αλλά δεν είπε τίποτα βλέποντας τα πηλήκια να πετάγονται στον αέρα και τους Στρατιώτες να ζητωκραυγάζουν.


Ούτε είπε τίποτα όταν ο μάγειρας του Λόχου ο Καννάς[1] έσφαξε 4 αρνιά και τα βάλαμε στη σούβλα. Και ο Λόχος γιόρτασε για δεύτερη φορά το Πάσχα… «Τι κάνεις εκεί βρε Καννά;»


«Έτσι πρέπει κύριε Ανθυπολοχαγέ. Οι νεοσύλλεκτοι που ήρθαν δεν ξέρουν πώς γιορτάζουμε εμείς το Πάσχα!» μου απάντησε.


«Ναι κύριε Ανθυπολοχαγέ, για τους νεοσύλλεκτους» είπε ο άλλος συνωμότης ο Μπρεζεράκος[2], που πέταγε τη σκούφια του για τέτοια …


Έ, αφού ήταν για τους νεοσύλλεκτους … Και έφτιαξαν και προσκλήσεις οι δυο τους, γραπτές, για τους άλλους Αξιωματικούς του Τάγματος:


«Κύριε Ταγματάρχα, απόψε ψένουμε αρνιά και θα έχομε και κωκορέτση. Είστε προσκεκλημαίνος μετά των λυπών αξιοματικών. Θα είνε τιμή μας αν έλθουτε, θα έχωμε και κρασή.»


Ανάθεμα την ορθογραφία τους … πέτυχαν όμως τα αρνιά στο ψήσιμο, εκεί δεν κάνανε λάθη! Ήταν ωραίο και το κρασί, το ρίξαμε και στον Καλαματιανό και το ξενυχτήσαμε.


Ας ξεκίναγε ο πόλεμος. Το «ηθικόν ακμαίον», που λένε.


Όταν ήρθαν τα νέα για την άτιμη κήρυξη πολέμου από τους Βουλγάρους, και στη συνέχεια για την εκκαθάριση της Θεσσαλονίκης και για την ανάληψη της Αρχιστρατηγίας από τον Κωνσταντίνο, δεν ξαναβάλαμε αρνιά, αλλά το κρασί μας το ήπιαμε.


Αργά το βράδυ στις 18 Ιουνίου κοινοποιήθηκαν και οι Διαταγές για επίθεση. Έτσι, στις 19 Ιουνίου, μετά από ένα καλό πρωινό συσσίτιο με βραστό κρέας, σούπα, ψωμί και τυρί, ξεκίνησε στις 07.00 η προέλασή μας με «αντικειμενικό σκοπό» τα υψώματα που βρίσκονται μεταξύ των χωριών Κρηστώνη και Ποταμιά, στα νότια του Κιλκίς.


Αριστερά μας θα προέλαυνε η 5η Μεραρχία και δεξιά μας η 2η Μεραρχία. Από τους χάρτες που είχα μελετήσει κατάλαβα ότι σε εμάς και στην 5η Μεραρχία έπεφτε το δύσκολο καθήκον να προσβάλλουμε το Κιλκίς κατά μέτωπο. Η 2η ΜΠ θα πήγαινε από δεξιά και η 3 η από αριστερά.


Περάσαμε τον Γαλλικό ποταμό και κατά τις 8 φτάσαμε στο Σαλαμανλί[3] όπου μας υποδέχτηκαν οι κάτοικοι με σημαίες.


Συνεχίσαμε με προορισμό το χωριό Κολχίδα που τότε λεγόταν Αχτσέ Κλισέ. Ο δρόμος ήταν όλο σκόνη και ο ήλιος έκαιγε από νωρίς. Βαδίζαμε προς το Βάλτο, έναν μικρό οικισμό που λεγόταν τότε Καρατζά Καδή ή Καρατζά Ντερέ. Οι πληροφορίες λέγανε ότι εκεί έμεναν Έλληνες πρόσφυγες και ότι υπήρχε εκεί και κεφαλόβρυσο, όπου ελπίζαμε να ξαποστάσουμε και να δροσιστούμε


 


Αλλά στα υψώματα στο Αμπάρκιοϊ[4] ήταν οι εχθρικές προφυλακές. Μας άφησαν λίγο να προχωρήσουμε και μετά άρχισαν να μας χτυπούν με βολιδοφόρες οβίδες.


Το Πυροβολικό τους, είχε επισημάνει από πριν τον δρόμο και το 8ο Σύνταγμα του Σχη Καμπάνη, που πήγαινε μπροστά, είχε τις πρώτες απώλειες.


Η Διμοιρία μας βάδιζε στην πρώτη γραμμή του Τάγματός μας, του 3ου, που μαζί με το 4ο του Καπετανάκη, ήταν η προσθοφυλακή του Συντάγματος.


Ο Κουτήφαρης έδωσε εντολή να συνεχίσουμε την προχώρηση. Τα εχθρικά πυρά ήταν πιο πυκνά και δραστικά στον τομέα του 4 ου Τάγματος και τραυματίστηκε ο Διοικητής του, ο Λοχαγός Βενετσάνος Καπετανάκης. Τον είχα γνωρίσει λίγο πριν αρχίσει ο πόλεμος, στο γάμο του με μια γειτόνισσά μας, την Αννούλα του μπάρμπα-Γιάννη του Δουκάκη.


Τα εχθρικά πυροβόλα μας είχαν καθηλώσει, αλλά από δεξιά βρήκαν ευκαιρία οι άνδρες του 1ου ΣΠ της 2ης Μεραρχίας και προχώρησαν με άλματα, κερδίζοντας έδαφος.


Αλλά οι εχθροί ήταν πολλοί και καλά οχυρωμένοι και σε λίγο τους καθήλωσαν κι αυτούς με πυρά πεζικού και πολυβόλα.


Ο Ταγματάρχης μας ο Κουτήφαρης[5], πριν ξεκινήσουμε από τη Μπάλτσα, μας είχε βγάλει ένα σύντομο λογύδριο:


«Παιδιά μου! Η σημερινή ημέρα έχω προαίσθησιν ότι θα είναι η λαμπροτέρα της ζωής μου! Με το θάρρος και την ακατάσχετον ορμήν σας, προσπαθήσατε να την καταστήσετε και δι’ εσάς λαμπράν.»


Βλέποντας ότι το 8ο Σύνταγμα μπροστά μας είχε εμπλακεί για καλά, διέταξε να κινηθούμε αριστερά του, προσπαθώντας να υπερφαλαγγίσουμε τον εχθρό.


«9ος και 10ος Λόχος, κινηθείτε δι’ αλμάτων εξ αριστερών. 11ος Λόχος, θα τεθώ επί κεφαλής σας και θα κινηθούμε με ένα άλμα προς το καλυβάκι εμπρός.


12ος Λόχος, ακολουθείστε μας και κινηθείτε μόλις ξεκινήσουμε το δεύτερο άλμα μας, μετά το καλυβάκι.»


Κοφτές και σαφείς εντολές, δοσμένες με ψυχραιμία, σαν να κάναμε γυμνάσια. Και ήταν πράγματι η λαμπρότερη της ζωής του.


Οι δύο Λόχοι από αριστερά αιφνιδίασαν τον εχθρό περνώντας από μία μικρή χαράδρα, και βρέθηκαν στα πλευρά του.


Αλλά ήταν και η τελευταία ημέρα της ζωής του. Γιατί πέρα από το καλυβάκι, ήταν στημένα Βουλγαρικά πολυβόλα που δεν τα είχαμε εντοπίσει. Και άρχισαν να αποδεκατίζουν τον 11ο Λόχο.


Ο Κουτήφαρης ήταν από τους πρώτους που χτυπήθηκαν, βαδίζοντας μπροστά με το ξίφος υψωμένο. Αλλά πρόλαβε να μας δει να διώχνουμε τους Βουλγάρους από τις οχυρώσεις τους με τη λόγχη, πριν τον πάρουν οι τραυματιοφορείς τρέχοντας στο χειρουργείο.


«Πάλι πληγώθηκε ο Κουτήφαρης;» σχολίασε ένας Στρατιώτης. «Και πώς να μην πληγωθεί ξανά; Αφού όλο πρώτος τρέχει» απάντησε ένα άλλος.


Ο γενναίος Λάκωνας με το τεράστιο τετράγωνο κορμί και το όμορφο παιδικό πρόσωπο, είχε πληγωθεί και στα Γιαννιτσά, ενώ πήγαινε μπροστά στην επίθεση, αλλά και στη Μανωλιάσσα, καθώς έβαζε σε τάξη μια Διμοιρία.


Και σαν τελείωσαν οι επιχειρήσεις του πρώτου πολέμου, αν και έπασχε από τραυματική αιμορραγία και δυσεντερία, δεν έμεινε στην Καλαμάτα, κι ας είχε άδεια.


Αποχαιρέτησε τη γυναίκα του λέγοντας ότι «δεν μπορώ να αφήσω το Τάγμα μου μοναχό προ των Βουλγάρων» …


Βαριά τραυματισμένο, τον μετέφεραν στο Χειρουργείο στη Μπάλτσα και το βράδυ πήγε να τον επισκεφθεί ο ίδιος ο Βασιλιάς.


«Αρκεί να προχωρούμεν Μεγαλειότατε, και εγώ πηγαίνω εις τον Παράδεισον» λέγεται ότι του είπε. Και ήταν αυτά τα τελευταία του λόγια, λίγο πριν αρχίσει η επιθανάτια αγωνία …


Πέθανε σαν γνήσιος στρατιώτης και Χριστιανός που ήταν, και λένε ότι χαμογελούσε σαν να έβλεπε τον Παράδεισο …


Ή μήπως χαμογελούσε στο Βασιλιά του που στεκόταν στο προσκεφάλι του, και στη νίκη που ερχόταν; Δεν θα το μάθουμε …


Κρίμα μόνο που πέθανε στο Νοσοκομείο. Τέτοιοι άντρες, πρέπει να πεθαίνουν σε μια πλαγιά που να βλέπει θάλασσα, όπως στα μέρη του στη Μάνη. Και να ακούγονται στην κηδεία τους λαμπρά μοιρολόγια, που να κάνουν και τις πέτρες να δακρύζουν …


Στις σκληρές μάχες που δόθηκαν τη μέρα εκείνη στο Αμπάρκιοϊ, και βάστηξαν ως αργά το απόγευμα, σκοτώθηκε κι ο Διοικητής του 1ου ΣΠ της 2ης Μεραρχίας Ταγματάρχης Διαλέτης, και πολλοί άλλοι Αξιωματικοί.


Αλλά βγάλαμε με τη λόγχη τους Βούλγαρους από τις οχυρώσεις τους. Και ενώ άρχισε να βραδιάζει εμείς συνεχίσαμε την προχώρηση, μέχρι που φτάσαμε στην Κολχίδα.


Πρέπει να σας πω εδώ ότι, λίγο πριν την Κολχίδα, ο δρόμος συνέχιζε ευθεία για Κιλκίς μέσω Σαρηγκιόλ ή έστριβε δεξιά προς την Κολχίδα και από εκεί συνέχιζε προς τα ΝΑ του Κιλκίς.


Εμείς θα παίρναμε αυτό το δρόμο, ενώ η 5η ΜΠ θα βάδιζε προς το Σαρηγκιόλ, τη σημερινή Κρηστώνη.


Βαδίζοντας με «βήμα ταχύ σε τετράδες» περάσαμε ένα μικρό δασάκι και συνεχίσαμε ακάλυπτοι μέσα από τα χωράφια με τα σπαρτά.


Είχαμε διανύσει σχεδόν 100 μέτρα, όταν ακούστηκε το τρομερό σφύριγμα οβίδας. Το βλήμα πέρασε πάνω από τα κεφάλια μας και έσκασε με δυνατό κρότο πίσω από τη Διμοιρία.


Ένα ακόμη έσκασε 15-20 βήματα μπροστά μας. Με τρόμο σκέφτηκα ότι το τρίτο θα έγραφε τα ονόματά μας. Και πράγματι έσκασε δεξιά, μπροστά ακριβώς από τους πρώτους. Ήμουν πιο αριστερά και τη γλύτωσα, αλλά 3 άνδρες χτυπήθηκαν από τη βαριά εκρηκτική οβίδα.


Συνεχίσαμε τρέχοντας για ακόμη 500 μέτρα, αλλά ήταν μάταιο, καθώς οι άλλες Διμοιρίες έμειναν πίσω.


 


Με βαριά καρδιά σταματήσαμε, και διέταξα τους άνδρες μου να γυρίσουμε πίσω.


Επιστρέψαμε, παίρνοντας μαζί μας και τον ένα από τους τρεις που ήταν τραυματίας, οι άλλοι δύο έδειχναν σκοτωμένοι, και πήραμε κάλυψη πίσω από ένα μικρό ύψωμα.


Ένας κρότος ακούστηκε. Και δεύτερος και τρίτος. Μαύρα σύννεφα κρέμονταν πάνω μας ενώ καυτές βολίδες έπεφταν γύρω μας βροχή.


«Πυκνώσατε και σχηματίσατε χελώνη!» φώναξα στους άντρες μου, βλέποντας ότι τα εχθρικά πυροβόλα ρίχνανε τώρα όλο βολιδοφόρες.


«Χελώνη» σήμαινε το να στριμωχτούμε γονατιστοί, ο ένας κολλητά στον άλλο, και να βάλουμε τους γυλιούς από πάνω για κάλυψη. Το είχαμε δοκιμάσει ξανά στα Γιαννιτσά.


Ήθελε μεγάλη ψυχραιμία, αλλά ήταν η καλύτερη μέθοδος για βολιδοφόρες εγκαιροφλεγείς, σε ανοιχτό πεδίο που δεν υπήρχαν βράχια ή μεγάλες πέτρες για κάλυψη. Ο γυλιός μπορούσε να μας φυλάξει από τις βολίδες των οβίδων που έσκαζαν από πάνω μας.


Αρκεί να μην ήταν καμιά αρρύθμιστη, γιατί αν έσκαζε ανάμεσά μας, θα χάναμε ολόκληρη Διμοιρία …


Άλλοι Αξιωματικοί δεν προτιμούσαν αυτή τη μέθοδο και διέταξαν «αραίωση και πρηνηδόν». Πάντως, δεν είχαμε άλλο ατύχημα στη δική μας Διμοιρία, παρ’ όλο που μερικές οβίδες έσκασαν ακριβώς από πάνω μας.


Σαν έπεσε το σκοτάδι, ήρθε η Διαταγή να καταυλιστούμε επί τόπου. Βγάλαμε υπηρεσίες για σκοπιές και προφυλακές και μετά βολευτήκαμε όσο καλύτερα μπορούσαμε στα σταροχώραφα και στα ρέματα, τρώγοντας για βραδυνό τις λίγες σκληρές γαλέττες που είχαμε μαζί μας.


Ευτυχώς, μέσα στη νύχτα, έκανε το θαύμα του ο σιτιάρχης ο Καννάς και μας έφερε ψωμί, ελιές και κασέρι.


Και στο πρωινό προσκλητήριο, «ξαναζωντάνεψε» ο Στρατιώτης της Διμοιρίας μου Φώτης Σαραντόπ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου