Κυριακή 16 Δεκεμβρίου 2018

Όταν το Εθνος χάνεται, έχει αξία ποιο κόμμα θα κερδίσει τις εκλογές;


Του σ. καθηγητή Επαμεινώνδα Πανά
 Η κρίση είχε ξεκινήσει πριν από τα Μνημόνια. Η μήτρα της σημερινής κρίσης οφείλεται στον τρόπο κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης της χώρας. Χωρίς δυναμική παραγωγική βάση, με διωγμό της επιχειρηματικότητας, την κοινωνική αναλγησία των συνδικάτων, τη φαυλοκρατία, τον νεποτισμό, τη σπατάλη με ξένα χρήματα, τη διαφθορά, η χώρα έφθασε στα Μνημόνια.
Με βάση τον «κοινό νου» κατά Αριστοτέλη, φθάσαμε, με ευθύνη του πολιτικού συστήματος αλλά σε μεγάλο βαθμό και των πολιτών, στα μνημόνια και την υποτέλεια. Και σήμερα τα ΜΜΕ που έπαιξαν και παίζουν τον καλό υπηρέτη του πολιτικού συστήματος, βομβαρδίζουν τους Έλληνες πολίτες με
τις δημοσκοπήσεις για να τους προσφέρουν μια νόθα ελπίδα και μια εικονική πραγματικότητα για το αύριο.
Ζούμε μια προεκλογική περίοδο όπου τα πολιτικά κόμματα δεν μπορούν να δώσουν αποτελεσματικές προτάσεις ώστε να αντιστρέψουν το άρρωστο κλίμα. Κανείς από τα κόμματα δεν τολμά να μιλήσει ότι το σάπιο σώμα της χώρας χρειάζεται ριζική αλλαγή στον τρόπο σκέψης.
Τα δύο κόμματα που διεκδικούν την πρωτιά στις επερχόμενες εκλογές, ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ, εφαρμόζουν τη γνωστή πεπατημένη τακτική του διεφθαρμένου πολιτικού συστήματος της μεταπολίτευσης: Τεχνητή όξυνση και πόλωση.
Μέσω της τεχνικής αυτής επιχειρείται βασικά ο αποπροσανατολισμός του ελληνικού λαού. Και τα δύο αυτά κόμματα επιδιώκουν να κρύψουν την πραγματικότητα αφού ουσιαστικά δεν έχουν να προτείνουν τίποτα νέο, ριζοσπαστικό και εθνικό για την αλλαγή της πορείας της χώρας.
Έτσι, τα κόμματα, αντί να είναι φορείς μεταρρυθμιστικών προτάσεων, έχουν γίνει απλοί ερμηνευτές των δημοσκοπήσεων και των τάσεων της κοινής γνώμης.
Είναι βέβαιο πως διανύουμε μια περίοδο πολλαπλών εκλογικών αναμετρήσεων. Τον Μάιο του 2019 θα στηθούν οι κάλπες για τις εκλογές στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, στην Περιφερειακή Αυτοδιοίκηση, στην Ευρωβουλή και πιθανόν και στο Κοινοβούλιο.
Για τις Ευρωεκλογές υπάρχει μια σκέψη αν θα γίνουν με λίστα ή σταυρό, και ενδέχεται ο επικεφαλής του ψηφοδελτίου να μην χρειάζεται σταυρό.
Τέσσερεις λοιπόν ταυτόχρονες εκλογικές αναμετρήσεις και κάτω από μια ρευστή κατάσταση, και όμως τα κόμματα διερευνούν τα δημοσκοπικά ευρήματα πως η ρευστή κατάσταση να μοιάζει ως κατάσταση κανονικότητας.
Χώρια που αυτά θα έπρεπε να λάβουν υπόψη τους και τις καταστάσεις που διαμορφώνονται στις χώρες της Ευρώπης. Το περίεργο είναι ότι η Κυβέρνηση και όχι μόνο, συνεχίζει την παλιά τακτική των οικονομικών παροχών. Θεωρεί ότι η τσέπη θα καθορίσει και το εκλογικό αποτέλεσμα. Πιστεύει η κυβέρνηση ότι το μονοπάτι που οδηγεί σε ένα εκλογικό αποτέλεσμα πιθανής «μικρής διαφοράς» είναι αυτό των γιορτινών μποναμάδων, σε συνταξιούχους, ανέργους και φτωχούς.
Θα σταθούμε στις δημοσκοπήσεις. Πρέπει να καταλάβουμε ότι οι δημοσκοπήσεις δεν προβλέπουν αλλά περιγράφουν την κατάσταση της στιγμής. Άλλωστε οι δημοσκοπήσεις που γίνονται σε διαφορετικές χρονικές περιόδους, παράγουν διαφορετικά αποτελέσματα.
Από την άλλη μεριά όλοι θεωρούν ότι οι πολίτες ενεργούν ορθολογικά, έχοντας αξιολογήσει τα προγράμματα και τις ρεαλιστικές προτάσεις των κομμάτων. Ποιος άραγε Έλληνας πολίτης που συμμετέχει στις δημοσκοπήσεις, γνωρίζει την επίδοση της κυβέρνησης ή των κομμάτων;
Μετά, κανείς δεν λαμβάνει υπόψη του ότι θα γίνουν ταυτόχρονα τέσσερεις εκλογικές αναμετρήσεις οι οποίες πιθανόν να επηρεάσουν και την εκλογική συμπεριφορά του ψηφοφόρου. Όπως δεν λαμβάνει κάποιος υπόψη του και σε ποιο ύψος θα διαμορφωθεί το ποσοστό της αποχής.
Και εδώ υπάρχει σχετική ερμηνεία. Τα χρόνια αυτά των Μνημονίων οι Έλληνες πολίτες διεπίστωσαν ότι με την ψήφο τους δεν επιτυγχάνουν απολύτων τίποτα. Έτσι, η εκλογική διαδικασία δεν οδηγεί σε μια συνεπή πολιτική συμφωνία ανάμεσα στον πολίτη και το κόμμα που ψηφίζει.
Έχει πρόσφατη εμπειρία σ’αυτό ο Ελληνικός λαός αρκεί και να μην έχει κοντή μνήμη: Θυμηθείτε το δημοψήφισμα που το όχι έγινε ναι. Αυτοί που δεν θα πάνε να ψηφίσουν, αυτοί που διαμορφώνουν το υψηλό ποσοστό της αποχής, σιγοψιθυρίζουν στο αυτί των πολιτικών: «Δεν αντιπροσωπεύετε εμένα. Γιατί δεν σας εμπιστεύομαι».
Περικλείει νόημα και αλήθεια η πρόταση αυτή, και αποδεικνύεται από τις έρευνες του ευρωβαρόμετρου.


 Από τις έρευνες του ευρωβαρόμετρου προκύπτει αβίαστα το συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει εμπιστοσύνη των Ελλήνων πολιτών προς την κυβέρνηση, το Κοινοβούλιο και τα κόμματα, για να λύσουν τα προβλήματα της χώρας. Ποιος είναι τότε ο λόγος ή το κίνητρο να ψηφίσει ο πολίτης; Ή πιστεύουν τα κόμματα ότι κερδίζεται η εμπιστοσύνη με την παροχολογία και τις κάλπικες υποσχέσεις;

Στην διεθνή βιβλιογραφία αποδεικνύεται η ύπαρξη σχέσης ανάμεσα στην εμπιστοσύνη και το κοινοβούλιο. Αν λοιπόν μειώνεται η εμπιστοσύνη στο Κοινοβούλιο, τότε αυξάνεται και η πιθανότητα της αποχής από την εκλογική διαδικασία.
Ποιο είναι το παράδοξο σ’όλη αυτή την ερμηνεία; Οι Έλληνες δεν εμπιστεύονται το πολιτικό σύστημα και οι δημοσκοπήσεις αγωνίζονται να δείξουν μια διαφορετική εικόνα. Γιατί όταν ο πολίτης δεν είναι ικανοποιημένος από το πολιτικό σύστημα και από τους θεσμούς, παράγοντες που επηρεάζουν την εμπιστοσύνη του, και το πολιτικό σύστημα δεν έχει ποιότητα, τότε μειώνεται και η συμμετοχή των πολιτών στην εκλογική διαδικασία. Τότε αρχίζει και ξυπνά από τον λήθαργο ο ψηφοφόρος και μεταμορφώνεται σε πολίτη. Τότε καταλαβαίνει ότι το πολιτικό σύστημα εξαρτάται από την ντόπια και παγκόσμια ελίτ και τις τράπεζες.
Τα «Κίτρινα Γιλέκα» έδειξαν για άλλη μια φορά, ότι η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Ο μόνος τρόπος που το πολιτικό σύστημα φοβάται, είναι εκείνος της ακηδεμόνευτης φωνής του λαού. Δεν φοβάται το πολιτικό σύστημα τις κάλπες, φοβάται τις κινητοποιήσεις των μαθητών της Μακεδονίας. Τα κόμματα δεν είχαν αυτή την ευαισθησία για το θέμα της Μακεδονίας. Οι κινητοποιήσεις των μαθητών, των νέων παιδιών που αγαπούν την πατρίδα τους, διαδηλώνουν καταγγέλοντας την επαίσχυντη συμφωνία των Πρεσπών.
Οι υπόλοιποι νεοέλληνες, εθισμένοι από τον εθνομηδενισμό, κυττάζουν το κοινωνικό μέρισμα και τις περικοπές των συντάξεων, στους οποίους απευθύνονται και οι δημοσκοπήσεις.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου