Γράφει ο Σταύρος Λυγερός –
Πριν ένα χρόνο τέτοιες ημέρες, η ίδια συμμαχία του καθεστώτος Ερντογάν με τους Γκρίζους Λύκους είχε αποσπάσει οριακή νίκη στο δημοψήφισμα για την έγκριση του νέου Συντάγματος που μετέτρεψε την Τουρκία σε προεδρική δημοκρατία με υπερεξουσίες στον ανώτατο άρχοντα. Αν ληφθεί υπόψη και το γεγονός ότι είχε πραγματοποιηθεί μαζική νοθεία ειδικά στις κουρδικές περιοχές, είναι σαφές πως η πολιτική φθορά του Τούρκου προέδρου ήταν σημαντική.
Εάν κρίνουμε από τις δημοσκοπήσεις, ο Τούρκος πρόεδρος, έχοντας πάντα την υποστήριξη του Μπαχτσελί, μάλλον θα εκλεγεί. Προφανώς, θα κάνει τα πάντα για να συμβεί αυτό και να αναγορευθεί και τυπικά σε νεοσουλτάνο. Στήνει κάλπες τον Ιούνιο, επειδή η συγκυρία είναι ευνοϊκή γι’ αυτόν. Με την τουρκική οικονομία να κλυδωνίζεται δεν έχει κανένα λόγο να το διακινδυνεύσει. Πολύ περισσότερο που σήμερα ελέγχει σχεδόν απολύτως τους κρατικούς μηχανισμούς και οι εκλογές θα διεξαχθούν σε καθεστώς εκτάκτου ανάγκης.
Αυτό πρακτικά σημαίνει πως ειδικά στις κουρδικές περιοχές πιθανότατα θα επαναληφθεί το φαινόμενο της εκτεταμένης νοθείας. Οι Κούρδοι είναι ο εύκολος στόχος, επειδή τα όσα γίνονται εναντίον τους καλύπτονται από την εθνική σκοπιμότητα, που εμποδίζει την κεμαλική αντιπολίτευση, η οποία παλαιότερα έχει κάνει εκεί τα δικά της όργια, να διαμαρτυρηθεί.
Η ενισχυμένη σήμερα (δημοσκοπικά) επιρροή του Ερντογάν σε σύγκριση με τις ημέρες του δημοψηφίσματος πριν ένα χρόνο οφείλεται αναμφιβόλως στην κατάληψη του Αφρίν. Εισπράττει πολιτικά-εκλογικά την εθνικιστική ευφορία που έχει προκαλέσει στην τουρκική κοινή γνώμη το γεγονός ότι ο τουρκικός στρατός έχει θέσει υπό τον έλεγχό του τη βορειοδυτική Συρία και δεν δείχνει καμία πρόθεση να αποσυρθεί.
Προϋποθέσεις για προσάρτηση
Στην πραγματικότητα, η Άγκυρα δημιουργεί τις προϋποθέσεις για μελλοντική προσάρτηση, εάν, βεβαίως, της το επιτρέψουν οι συνθήκες. Προς το παρόν, πάντως διορίζει δημάρχους και νομάρχες και δημιουργεί τουρκικές κρατικές δομές στις κατεχόμενες συριακές περιοχές. Θέλει να επαναλάβει το προηγούμενο της δεκαετίας του 1930, όταν είχε προσαρτήσει τη συριακή επαρχία της Αλεξανδρέττας.
Ο Ερντογάν κλείνει το μάτι στον μέσο Τούρκο ψηφοφόρο για να του πει χωρίς λόγια ότι επί των ημερών του η Τουρκία θα κερδίσει εδάφη. Και μάλιστα κόντρα στη Δύση, η οποία –σύμφωνα με την προπαγάνδα του καθεστώτος– μεθοδεύει την αποσταθεροποίηση και τελικώς τον ακρωτηριασμό της Τουρκίας, με όπλο το κουρδικό χαρτί.
Ο Ερντογάν παραμένει πιστός στο σχέδιό του το 2023 η Τουρκία να έχει εδραιωθεί ως μεγάλη δύναμη. Για να αναδειχθεί, μάλιστα ο ίδιος σε εθνικό ηγέτη δεν αρκούν η εκτεταμένη καταστολή και οι μαζικές εκκαθαρίσεις των κρατικών μηχανισμών από το κίνημα Γκιουλέν, επί της ουσίας από τα δυτικά δίκτυα επιρροής. Χρειάζεται και ένα ιδεολογικό όχημα.
Για να συσπειρώσει γύρω του την κρατική γραφειοκρατία και κυρίως τους στρατιωτικούς, οι οποίοι έχουν δεχθεί ισχυρό πλήγμα, ο Τούρκος πρόεδρος παίζει δυνατά το χαρτί του εθνικισμού-επεκτατισμού. Αυτό, άλλωστε, είναι ο πυρήνας της τουρκικής κρατικής ιδεολογίας και ως εκ τούτου ο κοινός παρονομαστής του τουρκικού πολιτικού συστήματος.
Αντιδυτικό πρόσημο
Στο σημείο αυτό είναι κρίσιμο να σημειωθεί ότι στη δεκαετία 2002-12 η σύγκρουση ήταν ανάμεσα στο νεοοθωμανικό ρεύμα (έλεγχε την κυβέρνηση και υποστηριζόταν εκλογικά από την πλειοψηφία) και στο κεμαλικό “βαθύ κράτος”. Όταν η σύγκρουση αυτή έληξε με την επικράτηση των νεοοθωμανών, ο Ερντογάν εκδήλωσε τάσεις αυτονόμησης από τη Δύση. Η Ουάσιγκτον, μέσω των δικτύων επιρροής που διέθετε στην Τουρκία αντέδρασε, δρομολογώντας έρευνες για διαφθορά.
Ο Τούρκος ηγέτης αντέδρασε με τη σειρά του, στρεφόμενος δυναμικά εναντίον του μέχρι τότε συμμάχου του Γκιουλέν, γεγονός που οδήγησε στην εκδήλωση εμφυλίου πολέμου εντός του νεοοθωμανικού ρεύματος. Όσα στελέχη του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης δεν είχαν αναφορά προσωπικά σ’ αυτόν περιθωριοποιήθηκαν ή και διώχθηκαν. Ιστορικά και κορυφαία στελέχη του νεοοθωμανικού ρεύματος, όπως ο Γκιούλ, ο Αρίντς, ο Σενέρ και ο πρώην πρωθυπουργός Νταβούτογλου, είναι εκτός γηπέδου. Στην πραγματικότητα έχουμε μία μετάλλαξη του νεοοθωμανικού Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης σε πρωσοποπαγές καθεστώς Ερντογάν.
Ενώ το νεοοθωμανικό ρεύμα ως τέτοιο είχε οικοδομήσει ειδική σχέση με τη Δύση, από ένα χρονικό σημείο και πέρα, λόγω των προσωπικών επιλογών του Ερντογάν και της τάσης του να αυτονομηθεί, η σχέση αυτή τραυματίσθηκε. Ειδικά μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016 διερράγη, με αποτέλεσμα να επιταχυνθεί και να ολοκληρωθεί η μετάλλαξη του νεοοθωμανικού ρεύματος σε προσωποπαγές καθεστώς και μάλιστα με αντιδυτικό πρόσημο.
Το αντιδυτικό πρόσημο δεν προκύπτει τόσο από ιδεολογικούς-πολιτικούς λόγους όσο από την ανάγκη προσωπικής πολιτικής επιβίωσης του νεοσουλτάνου, ο οποίος είναι πεπεισμένος πως οι Αμερικανοί επιδιώκουν την ανατροπή του. Είναι αξιοσημείωτο ότι ο αρχηγός της κεμαλικής αξιωματικής αντιπολίτευσης Κιλιντσάρογλου διαβουλεύεται με την αρχηγό του ακροδεξιού υπερεθνικιστικού “Καλού Κόμματος” (απόσχιση από τους Γκρίζους Λύκους) Ακσενέρ με σκοπό η αντιπολίτευση να κατεβάσει ως κοινό υποψήφιο τον Γκιούλ, ο οποίος διαθέτει κύρος στο νεοοθωμανικό χώρο και επιπροσθέτως θα ήταν λύση σωτηρίας για τη Δύση, με την οποία συνεχίζει να διατηρεί πολύ καλές σχέσεις.
Ο εμφύλιος και η μετάλλαξη
Η ανάγκη του Ερντογάν να επιβιώσει τον έχει οδηγήσει σε άλλους δρόμους. Στο εξωτερικό επέλεξε τον γεωπολιτικό εναγκαλισμό με τον Πούτιν για να εξισορροπήσει την αμερικανική κεκαλυμμένη εχθρότητα και κατ’ επέκτασιν την προσέγγιση με το Ιράν. Στο δε εσωτερικό συμμάχησε με τους Γκρίζους Λύκους του Μπαχτσελί και προσέλκυσε πρώην κεμαλικούς εθνικιστές.
Συνοψίζοντας, από το 2002, όταν σχηματίσθηκε η πρώτη κυβέρνηση του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης, μέχρι περίπου το 2012, διεξήχθη ο ακήρυχτος εσωτερικός πόλεμος ανάμεσα στο μετακεμαλικό καθεστώς, που ήλεγχε το “βαθύ κράτος” και στο νεοοθωμανικό ρεύμα, το οποίο βρισκόταν στην κυβέρνηση και υποστηριζόταν εκλογικά από την πλειονότητα του λαού και από τη Δύση.
Όταν οι νεοοθωμανοί κέρδισαν τον πόλεμο και αποδόμησαν το μετακεμαλικό καθεστώς, εκδηλώθηκε ο εμφύλιος πόλεμος στους κόλπους τους. Ως αρχηγός της εκτελεστικής εξουσίας, ο Ερντογάν κέρδισε κι αυτόν τον πόλεμο, με αποτέλεσμα η πολιτική ηγεμονία του νεοοθωμανικού ρεύματος να μεταλλαχθεί-εκφυλισθεί σε προσωποπαγές καθεστώς.
Πηγή https://slpress.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου