Του Δημ. Δημόπουλου
(Ο Μπάρμπα Γιάννης και η γυναίκα του μαζί στη ζωή και στο πιο φρικτό θάνατο)
Καταγεγραμμένοι στο Πάνθεο των ΗΡΩΩΝ του Μακεδονικού Αγώνα και μάλιστα των φονευθέντων με α. α. 709, συνεργάτης και συγγενής του ΑΕΙΜΝΗΣΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ ΙΕΡΕΩΣ, γαμβρός από αδελφή, είναι αυτός , που σήκωσε όλο το βάρος της ψηφοφορίας το 1901 και επανέφερε το χωριό του Ξινό Νερό από την εξαρχία στο Πατριαρχείο, με την βοήθεια του ιερέως ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ.
- ξημερώνοντας του ΑΓΙΟΥ ΑΝΔΡΕΑ , είχε βγει το απόγευμα στην πλατεία του χωριού του, όπου μαζεύονταν εκεί ως αργά το βράδυ και συζητούσαν τα νέα της ημέρας.
Από το Ράντος τους ήρθε φιρμάνι. Έπρεπε να γίνουν θέλοντας και μη σχισματικοί.
Κοντά στα εβδομήντα (70) ο Μπάρμπα Γιάννης, πολύ γέρος για εκείνα τα χρόνια.
Του άσπρισαν τα μαλλιά πολεμώντας για το ελληνικό στοιχείο και δεν μπορούσε να χωνέψει το φιρμάνι.
- Εγώ έφαγα το ψωμί μου, έλεγε.
- Τι με φοβερίζουν ;
- Ο Χρήστος ο ξάδελφός του, τον συμβούλευε να πάρει την μπάμπο του και να τραβήξει κατά το Αμύνταιο.
- Εκεί δεν μπορούν να σε πειράξουν.
- Οι δικοί μας είναι ξεσηκωμένοι και τους έχουν κόψει τον αέρα.
- Τι θα μου κάνουν; Θα με σφάξουν… ας με σφάξουν.(Είχε προηγηθεί ο σφαγιασμός του ιερέως Παπαπέτρου).
- Αυτό που μου ζητάνε ποτέ δε θα γίνει.
Η παρέα διαλύθηκε και ο καθένας πήρε το δρόμο για το σπίτι του και κανείς δεν κατάλαβε τους κομιτατζήδες, που με τους γκράδες στα χέρια μπήκαν στα πρώτα σπίτια του χωριού.
Η μπάμπο του Γαρουφαλλιά ήταν πολύ ανήσυχη απόψε. Κάτι την στενοχωρούσε.
– Άντρα μου πήγες στο μεσοχώρι; Τι νέα έμαθες;
– Γαρουφαλλιά, θέλουν να μας κάνουν βουλγάρους.
-Αν δεν πάμε με το σχίσμα , λέει δε θα καλοπεράσουμε. (απειλή)
-Έξω από την αυλόπορτα ακούστηκαν βήματα.
-Ποιος είναι τέτοια ώρα; Φώναξε από μέσα η μπάμπο Γαρουφαλλιά.
-Εγώ είμαι μπάμπο, ο Βασίλης ο γείτονας, άνοιξε. Στο σπίτι είμαστε μαζεμένοι και θέλουμε τον Μπάρμπα Γιάννη. Στο Ράντος πιάσανε μερικούς χωριανούς και δεν τους αφήνουνε οι κομιτατζήδες, πριν απαντήσουμε στο φιρμάνι που μας έστειλαν.(παγίδα)
-Έρχομαι Βασίλη. Παίρνει το ραβδί του ο Μπάρμπα Γιάννης και κατεβαίνει ν΄ακολουθήσει τον γείτονα. Στο δρόμο, πίσω από τον τοίχο με τους γκράδες στο χέρι παρακολουθούν και περιμένουν τρεις κομιτατζήδες.
Είχαν πιάσει το Βασίλη από νωρίς. (ΔΟΛΟΣ).
- Κοντά στο σπίτι του Βασίλη, πρόβαλαν οι κομιτατσήδες.
- Μπάρμπα Γιάννη, σε θέλει ο βοϊβόδας, είναι στο σπίτι του Ντίνε.
- Θέλει να εξηγηθεί μαζί σου και αν δεν έρθεις με το καλό, μας είπε,να σε πάμε με το ζόρι.
- Ο Μπάρμπα-Γιάννης κατάλαβε πως έπεσε στην παγίδα και το σχέδιό τους.
- Τώρα όμως είναι αργά.
- Μπορούσαν να τον πάνε δεμένο, ή ,σηκωτό.Μπορούσαν να τον αφήσουν στον τόπο με μια σφαίρα στο κεφάλι.
- Στο σπίτι που πήγαν αντίκρυσε λίγο φοβισμένα την άγρια όψη του βοϊβόδα.
- Άκουσε Μπάρμπα- Γιάννη. Για τελευταία φορά σου λέω, ότι πρέπει να δουλέψεις μαζί μας.Εσύ και μερικοί άλλοι δεν αφήνετε να κάνουμε όλο το χωριό σχισματικό. Αλλά το θέλετε δεν το θέλετε αυτό θα γίνει.
- Γι αυτό σαν θέλεις το καλό σου και το καλό του χωριού κάνε αυτό που σου λέω.
- Αν μου ζήταγες το βιος μου βοϊβόδα, θα στο έκανα χαλάλι.Αυτό όμως, που μου ζητάς δε μπορώ να τοκάνω. Κάνεμε , ότι καταλαβαίνεις.
Άλλαξε πολλούς τρόπους ο βοϊβόδας. Στην αρχή με το καλό, ύστερα με το κακό
και τις φοβέρες. Όλα τα είχαν σχεδιασμένα. Σαν δεν μπόρεσε να τον καταφέρει, είπε στους συντρόφους του να τον πάρουν.
Στην αυλή ο φούρνος έκαιγε και δέχτηκε τον Μπάρμπα Γιάννη δεμένο χειροπόδαρα. Σε λίγο θα γίνει ένα με την ανθρακιά.
Η μπάμπο Γαρουφαλλιά βγήκε από το σπίτι της. Μια ανησυχία την έφερε στο σπίτι του Βασίλη του γείτονά της και αυτός με την σειρά του την έστειλε στο σπίτι του Ντίνε. Σαν την είδαν δεν ήξεραν τι να της πούνε.
-Μέσα είναι και συζητάνε με τον βοϊβόδα.
-Στάσου να κοιτάξω αν τέλειωσαν την κουβέντα τους.
Κι ώσπου να κοιτάξει, οι άλλοι δύο την φίμωσαν με τη μαντίλα της, την έδεσαν χειροπόδαρα και την έριξαν στην ανθρακιά, που δεν είχε σβήσει ακόμα.
ΟΙ ΙΕΡΕΣ ΣΤΑΧΤΕΣ ΤΩΝ ΕΘΝΟΜΑΡΤΥΡΩΝ ΤΟΥ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΥ ΑΓΩΝΑ κατά παράδοση σκορπίστηκαν σε χωράφι, το οποίο οργώθηκε την επομένη ημέρα.
Δόξα και τιμή στους ΜΑΚΕΔΟΝΟΜΑΧΟΥΣ ανά τους αιώνες.
ΠΗΓΕΣ: ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ
(Αφανείς γηγενείς Μακεδονομάχοι 1903-1913)
Π. ΠΑΠΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ Ιερέως Μακεδονομάχου
(Θυσίες και αγώνες στη Μακεδονία)
Αμύνταιο 17-05-2017
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου