www.geostrategy.gr
Για πολλούς Ευρωπαίους, η ΕΕ θεωρείται ως ο ακρογωνιαίος λίθος της ευρωπαϊκής σταθερότητας και ευημερίας. Ωστόσο, στην παρούσα φάση, η ΕΕ αντιμετωπίζει μια σειρά από πολιτικές και οικονομικές πιέσεις, συμπεριλαμβανομένης της αργής ανάπτυξης, της υψηλής ανεργίας σε αρκετές χώρες, καθώς και την άνοδο ακροδεξιών κομμάτων, κάποια από τα οποία προβάλλουν αντι-ευρωπαϊκή ή τουλάχιστον ευρωσκεπτιστική πολιτική.
Όλα αυτά μειώνουν αισθητά την ικανότητά της να ασχοληθεί ουσιαστικά με την αντιμετώπιση ενός πλήθους εσωτερικών και εξωτερικών προκλήσεων, όπως:
• Την πρόσφατη απόφαση των Βρετανών να εγκαταλείψουν την ΕΕ (δημοψήφισμα 23ης Ιουνίου 2016, 52% κατά της παραμονής και 48% υπέρ).
• Την ελληνική κρίση χρέους, η οποία εγείρει ανησυχίες για το μέλλον της ευρωζώνης.
• Τις συνεχιζόμενες μαζικές ροές μεταναστών και προσφύγων προς την Ευρώπη.
• Την αυξανόμενη τρομοκρατική απειλή.
• Τον ρωσικό παράγοντα.
Εν μέσω αυτών των σημαντικών προκλήσεων, η μελλοντική μορφή και ο χαρακτήρας της Ένωσης αμφισβητούνται ολοένα και περισσότερο. Οι υποστηρικτές του ευρωπαϊκού σχεδίου ανησυχούν ότι, για πρώτη φορά στα 60 χρόνια της ιστορίας της, η ολοκλήρωση της ΕΕ θα μπορούσε να τερματισθεί. Αντίθετα, κάποιοι άλλοι θεωρούν ότι οι πολλαπλές κρίσεις, που αντιμετωπίζει σήμερα η ΕΕ, θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ευεργετικές μεταρρυθμίσεις, να ενθαρρύνουν την περαιτέρω πολιτική και οικονομική ολοκλήρωση και τελικά να την μετατρέψουν σε μια πιο αποτελεσματική και συνεκτική οντότητα.
Brexit: Αρκετοί αναλυτές εκτιμούν ότι το Brexit θα μειώσει την ικανότητα της ΕΕ να αντιμετωπίσει τις τρέχουσες και πιεστικές προκλήσεις, όπως η μετανάστευση, η τρομοκρατία και η χαμηλή οικονομική ανάπτυξη. Λαμβάνοντας υπόψη την επιρροή της εξωτερικής πολιτικής του Ηνωμένου Βασιλείου και των αμυντικών του δυνατοτήτων, το Brexit αναμένεται να μειώσει και το ρόλο της ΕΕ ως διεθνούς δρώντα. Επιπρόσθετα, εκτιμάται ότι θα μειώσει σημαντικά τις προοπτικές για περαιτέρω διεύρυνση της Ένωσης, καθότι το Ηνωμένο Βασίλειο υποστήριζε ένθερμα την ένταξη και άλλων χωρών, όπως για παράδειγμα της Τουρκίας. Σε κάθε περίπτωση, η απομάκρυνση της Βρετανίας χαρακτηρίζεται ως δυσοίωνη για το μέλλον της ΕΕ, καθώς μεσο-μακροπρόθεσμα θα μπορούσε να σημάνει την έναρξη της αποδόμησής της.
Ελληνική κρίση χρέους: Στην παρούσα φάση, η Ελλάδα εξακολουθεί να πασχίζει να εφαρμόσει τις επώδυνες μεταρρυθμίσεις, που απαιτεί η συμφωνία του Ιουλίου του 2015, προκειμένου να πετύχει την πολυπόθητη αλλά αμφιλεγόμενη ελάφρυνση του υπέρογκου χρέους της. Ταυτόχρονα, με χαρακτηριστική καθυστέρηση διεξάγονται διαπραγματεύσεις για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης. Οι απαιτήσεις των πιστωτών χαρακτηρίζονται ως υπερβολικές και το αποτέλεσμα ως αβέβαιο. Ως εκ τούτου, για άλλη μια φορά, η πιθανότητα του Grexit φιγουράρει στα πρωτοσέλιδα των ΜΜΕ και υπονομεύει την ακεραιότητα της ευρωζώνης.
Μεταναστευτική-προσφυγική κρίση: Την τελευταία διετία, η Ευρώπη γνώρισε μια σημαντική μεταναστευτική-προσφυγική κρίση, κυρίως λόγω των πολλαπλών συγκρούσεων και της φτώχειας στη Συρία, το Ιράκ, το Αφγανιστάν, την Αφρική, τη Νότια Ασία και αλλού. Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, περισσότεροι από 1.000.000 μετανάστες και πρόσφυγες έφτασαν στην Ευρώπη από τη θάλασσα το 2015 και περίπου 362.000 το 2016. Η Ελλάδα και η Ιταλία συνιστούν τις κύριες πύλες διέλευσης της συντριπτικής πλειοψηφίας των μεταναστών-προσφύγων, οι οποίοι στη συνέχεια κατευθύνονται προς τη βόρεια Ευρώπη, όπου θεωρούν ότι έχουν περισσότερες πιθανότητες να τους δοθεί άσυλο, αλλά και καλύτερες παροχές κοινωνικής πρόνοιας. Κατά τη διάρκεια του 2015, οι πρωτοβουλίες της ΕΕ για τη διαχείριση της εν λόγω κρίσης αποδείχθηκαν σε μεγάλο βαθμό ανεπιτυχείς, ενώ οι μαζικές ροές δημιούργησαν ενδο-ευρωπαϊκό διχασμό. Επιπρόσθετα, οι χώρες πρώτης γραμμής (Ελλάδα και Ιταλία) εξέφρασαν την απογοήτευσή τους, για την έλλειψη ευρωπαϊκής αλληλεγγύης. Παρά το γεγονός ότι η συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας (Μάρτιος 2016) είχε ως αποτέλεσμα τη σημαντική μείωση των ροών προς την Ελλάδα, η Ιταλία, από τα μέσα του 2016, βιώνει την αύξηση των αφίξεων από τις χώρες της Αφρικής, κυρίως μέσω της Λιβύης. Οι μεταναστευτικές και προσφυγικές ροές εξακολουθούν να έχουν σημαντικές επιπτώσεις για την ΕΕ, καθώς έχουν πλήξει σοβαρά τη Συνθήκη Σένγκεν, η οποία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την εμπιστοσύνη στην ασφάλεια των εξωτερικών συνόρων της. Ταυτόχρονα, αυξήθηκαν οι κοινωνικές εντάσεις, η ξενοφοβία και ο αριθμός των βίαιων επεισοδίων κατά των μεταναστών και των προσφύγων. Ορισμένοι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι υποστηρίζουν ότι οι εισροές θα μπορούσαν να είναι οικονομικά συμφέρουσες και να συμβάλουν θετικά στις δυσμενείς δημογραφικές εξελίξεις (γήρανση του πληθυσμού και συρρίκνωση του εργατικού δυναμικού). Αντίθετα, κάποιοι άλλοι επισημαίνουν ότι βραχυπρόθεσμα οι μετανάστες θα επιφέρουν μειώσεις των μισθών και περαιτέρω αύξηση της δύναμης των ακροδεξιών και των ευρωσκεπτικιστικών πολιτικών κομμάτων.
Τρομοκρατική απειλή: Τη διετία 2015-2016, η Ευρώπη δικαιολογημένα άρχισε να ανησυχεί για την αύξηση της τρομοκρατικής απειλής, που συνιστά το Ισλαμικό Κράτος. Πολλές από τις πρόσφατες τρομοκρατικές ενέργειες, συμπεριλαμβανομένων των επιθέσεων στο Παρίσι (Νοέμβριος 2015) και τις βομβιστικές επιθέσεις στις Βρυξέλλες (Μάρτιος 2016), έχουν συνδεθεί με την εν λόγω διεθνή τρομοκρατική οργάνωση, ενώ ένας σημαντικός αριθμός μουσουλμάνων τρομοκρατών (περίπου 5.000) ήταν ή είναι Ευρωπαίοι πολίτες, οι οποίοι πολέμησαν στα συρο-ιρακινά θέατρα επιχειρήσεων. Οι ευρωπαϊκές υπηρεσίες ασφάλειας εκτιμούν ότι αυξάνεται η επιχειρησιακή δυνατότητα της οργάνωσης του Μπαγκντάντι να διεξάγει μικρής ή μεγάλης κλίμακας συντονισμένες τρομοκρατικές επιθέσεις στην Ευρώπη. Εκτός από τους έμπειρους μαχητές του Ισλαμικού Κράτους, ανησυχίες δημιουργεί και το ενδεχόμενο διεξαγωγής επιθέσεων από «μοναχικούς λύκους», οι οποίοι εμπνέονται από την ισλαμική προπαγάνδα. Η αύξηση της τρομοκρατικής δραστηριότητας, κυρίως στη Γαλλία, το Βέλγιο και τη Γερμανία, έχει ενισχύσει τις ανησυχίες για το ενδεχόμενο ριζοσπαστικοποίησης μεταξύ ορισμένων τμημάτων των μουσουλμανικών πληθυσμών της Ευρώπης, γεγονός που θα μπορούσε να αυξήσει περαιτέρω το έλλειμμα της ευρωπαϊκής εσωτερικής ασφάλειας.
Ρωσικός παράγοντας: Κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, η ΕΕ προβληματίζεται για τις συνέπειες στην ευρωπαϊκή ασφάλεια και σταθερότητα, από τη συνεχιζόμενη σύγκρουση στην Ουκρανία και την διεκδικητική στρατιωτική συμπεριφορά της Ρωσίας. Η ΕΕ επεδίωξε να στηρίξει την πολιτική μετάβαση της Ουκρανίας, καταδίκασε την προσάρτηση της Κριμαίας (Μάρτιος 2014) και κάλεσε τη Ρωσία να σταματήσει την υποστήριξη των αυτονομιστών της ανατολικής και νότιας Ουκρανίας. Πέραν αυτών, επέβαλε μια σειρά κυρώσεων κατά της Ρωσίας, οι οποίες στόχευαν τον τομέα της ενέργειας, της οικονομίας και της άμυνας. Αρκετοί Ευρωπαίοι ηγέτες ανησυχούν όλο και περισσότερο ότι η ρωσική κυβέρνηση επιδιώκει ενεργά να επηρεάσει και την ευρωπαϊκή πολιτική, προκειμένου να σπείρει διχόνοια και να αποσταθεροποιήσει τις ευρω-ατλαντικές δομές. Προς τούτο, επεκτείνει την εμβέλεια της ρωσικής τηλεόρασης και των διαδικτυακών ραδιοφωνικών σταθμών προς την Ευρώπη, διεξάγει κυβερνοεπιθέσεις, καλλιεργεί σχέσεις συνεργασίας και χρηματοδοτεί ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα, κυρίως της άκρας δεξιάς και των ευρωσκεπτικιστών. Επιπρόσθετα, ανησυχούν για την δυνατότητα της ρωσικής παρέμβασης, μέσω κυβερνοεπιθέσεων, στους servers ευρωπαϊκών κυβερνήσεων ή και πολιτικών κομμάτων, πριν και κατά τη διάρκεια των εκλογών που θα διεξαχθούν το 2017 στην Ολλανδία, τη Γαλλία και τη Γερμανία («Οι Δούρειοι Ίπποι του Κρεμλίνου», The Atlantic Council, 15 Νοεμβρίου 2016).
Αμερικανικός παράγοντας: Πέντε ημέρες πριν αναλάβει την προεδρία των ΗΠΑ, οι επικρίσεις του Ντόναλντ Τραμπ για το «παρωχημένο ΝΑΤΟ», για το «καταστροφικό λάθος της Μέρκελ, σχετικά με τη μεταναστευτική της πολιτική», για τη «Γερμανία, που συνιστά όχημα της Ευρώπης, καθώς και η «επιβράβευση της Βρετανίας, που αποχώρησε από την ΕΕ», προκάλεσαν ανησυχία στους κόλπους του ΝΑΤΟ, της ΕΕ και ιδιαίτερα της Γερμανίας. Έκτοτε, η ΕΕ βρίσκεται σε κατάσταση αναμονής, περιμένοντας τα επόμενα βήματα του Λευκού Οίκου, που θα προσδιορίσουν σε σημαντικό βαθμό τις μελλοντικές σχέσεις των ΗΠΑ με την ΕΕ. Τι θα ζητήσει ο Αμερικανός πρόεδρος από τους ηγέτες της Ευρώπης; Θα επιδιώξει να στοχοποιήσει την ενότητα του συνόλου της ΕΕ ή μόνο των χωρών της ευρωζώνης και κυρίως τη Γερμανία; Θα απαιτήσει αύξηση των στρατιωτικών δαπανών από τους Ευρωπαίους, στα πλαίσια του ΝΑΤΟ; Θα επιδιώξει να περιθωριοποιήσει γεωπολιτικά την ΕΕ, προκειμένου να τη μετατρέψει σε εξαρτημένο στρατιωτικο-οικονομικό στενό σύμμαχο των ΗΠΑ, κατά της Ρωσίας και της Κίνας; Όλα αυτά τα ερωτήματα ενδέχεται να απαντηθούν το επόμενο χρονικό διάστημα και πιθανότατα θα απασχολήσουν σοβαρά τη Σύνοδο Κορυφής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Ρώμης, στα τέλη Μαρτίου του 2017.
Πιθανές εξελίξεις
Αναμφισβήτητα, η ΕΕ έχει εισέλθει σε αχαρτογράφητα νερά. Μπορεί να μην επαληθευθούν οι αναλυτές που υποστηρίζουν ότι η ΕΕ πορεύεται προς πλήρη διάλυση, όμως είναι προφανές ότι η μελλοντική μορφή και ο χαρακτήρας της Ένωσης ολοένα και περισσότερο τίθεται υπό αμφισβήτηση. Βέβαια, υπάρχουν και οι αναλυτές που υποστηρίζουν ότι οι πολλαπλές σοβαρές εσωτερικές και εξωτερικές προκλήσεις, που αντιμετωπίζει σήμερα η ΕΕ, θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην υιοθέτηση και εφαρμογή κάποιων ευεργετικών μεταρρυθμίσεων και τελικά να μετατρέψουν την Ένωση σε μια πιο αποτελεσματική και συνεκτική οντότητα.
Τον Σεπτέμβριο του 2016 (μετά το Brexit), οι 27 ηγέτες της ΕΕ συναντήθηκαν στην πρωτεύουσα της Σλοβακία, όπου δεσμεύθηκαν για την εξεύρεση κοινών λύσεων, προκειμένου αφενός να αντιμετωπισθούν οι σημερινές προκλήσεις, αφετέρου να βελτιωθεί η επικοινωνία μεταξύ των χωρών μελών και των πολιτών της ΕΕ. Η «Διακήρυξη της Μπρατισλάβας» καθόρισε συγκεκριμένα μέτρα για την αντιμετώπιση της μεταναστευτικής κρίσης, της τρομοκρατίας, της ενίσχυσης της ασφάλειας και της αμυντικής συνεργασίας, αλλά και της βελτίωσης των οικονομικών ευκαιριών, ιδίως για τους νέους Ευρωπαίους πολίτες («Διακήρυξη της Μπρατισλάβας και Οδικός Χάρτης της Μπρατισλάβας», European Council, 16 Σεπτεμβρίου 2016). Στην Μπρατισλάβα, παρά την προσπάθεια να αποδειχθεί η ενότητα των 27 χωρών μελών, ορισμένοι ηγέτες φέρεται ότι απογοητεύθηκαν από τα προτεινόμενα μέτρα, καθότι δεν ήταν αρκετά τολμηρά και δεν προσέφεραν ένα στρατηγικό όραμα για το μέλλον της ΕΕ. Προκειμένου να «διορθωθούν τα κακώς κείμενα της Μπρατισλάβας», στα τέλη Μαρτίου του 2017, έχει προγραμματισθεί η διεξαγωγή της Συνόδου Κορυφής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Ρώμης, όπου είναι πιθανόν να χαραχθούν ως ένα βαθμό τα επόμενα βήματα της ΕΕ, στην μετά-Brexit εποχή.
Η παρούσα κατάσταση στην ΕΕ χαρακτηρίζεται ως ιδιαίτερα πιεστική. Με δεδομένο ότι είναι άγνωστες οι αποφάσεις που θα ληφθούν στη Ρώμη, εκτιμάται ότι, για τα επόμενα χρόνια, τα πιθανά σενάρια για την ΕΕ θα είναι:
• Να μετατραπεί σε μια οντότητα δύο ή περισσότερων ταχυτήτων, που θα αποτελείται από τις χώρες του «πυρήνα» και τις χώρες της «περιφέρειας», οι οποίες θα είναι περισσότερο ελεύθερες να επιλέξουν συγκεκριμένες πολιτικές της ΕΕ. Βέβαια, στην πράξη σήμερα υπάρχει ήδη μια Ένωση πολλών ταχυτήτων, καθώς κάποιες χώρες μέλη συμμετέχουν στην ευρωζώνη ή στη Συνθήκη Σένγκεν ή ακολουθούν διαφορετική πολιτική σε θέματα άμυνας, ασφάλειας, εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής. Ωστόσο, αν αποφασισθεί επίσημα η υιοθέτηση μιας τυπικής δομής δύο ή περισσότερων ταχυτήτων, τότε είναι πολύ πιθανόν να υπονομευθεί περαιτέρω η αλληλεγγύη και να δημιουργηθούν τριβές μεταξύ του «πυρήνα» και της «περιφέρειας». Φαίνεται ότι αυτό το σενάριο συγκεντρώνει τις περισσότερες πιθανότητες, μετά τις πρόσφατες δηλώσεις των ηγετών της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Ισπανίας και της Ιταλίας («Υπέρ της Ευρώπης των πολλών ταχυτήτων Γαλλία, Γερμανία, Ισπανία και Ιταλία», ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΙ, 6 Μαρτίου 2016).
• Να συνεχίσει σε μεγάλο βαθμό να λειτουργεί όπως σήμερα, χωρίς ουσιαστικές αλλαγές ή μεταρρυθμίσεις για την αντιμετώπιση των σημαντικών προκλήσεων, όπως για παράδειγμα η οικονομική κατάσταση της Ελλάδας και η αύξηση των μεταναστευτικών ροών. Αν μάλιστα επαληθευθούν οι ενδείξεις ότι ο ρόλος του ΔΝΤ στις διαπραγματεύσεις για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης στρέφεται κατά της ευρωζώνης, τότε αυξάνονται οι πιθανότητες εξόδου της Ελλάδας από τη ζώνη του ευρώ ή στην καλύτερη περίπτωση το ΔΝΤ να αποχωρήσει από τη χρηματοδότησή της, γεγονός που θα μπορούσε να σημάνει την έναρξη μιας περιόδου έντασης στις σχέσεις ΗΠΑ-ΕΕ, τουλάχιστον σε οικονομικό επίπεδο.
• Να προκύψει μια χαλαρότερη ευρωπαϊκή δομή, με περισσότερη ελευθερία κινήσεων από τις χώρες μέλη, προκειμένου απλά να τονίζεται επίσημα η σχέση συνεργασίας τους. Σε αυτή την περίπτωση, θα είναι ευκολότερη η επέκταση της ΕΕ και θα μπορούσε να συμπεριλάβει και άλλες χώρες, όπως η Τουρκία, οι χώρες των Δυτικών Βαλκανίων, η Γεωργία και η Ουκρανία.
• Να αποφασισθεί μια πιο αυστηρή δομή, η οποία θα επιτρέψει την ΕΕ να αντιμετωπίσει περισσότερο αποτελεσματικά τις τρέχουσες προκλήσεις, αλλά και να επιτευχθεί περαιτέρω πολιτική και οικονομική ολοκλήρωση. Το σενάριο αυτό συγκεντρώνει αρκετές πιθανότητες, αν μετά το Brexit ακολουθήσει και το Grexit. Επιπρόσθετα, είναι προφανές ότι μελλοντικά η πιθανότητα διεύρυνσης της ΕΕ θα περιορισθεί αισθητά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου