Του ΜΙΧΑΛΗ ΙΓΝΑΤΙΟΥ
Όταν στις 30 Ιουνίου του 1988 η σορός του Γουίλιαμ Νορντίν μεταφερόταν στην Αμερική, με αεροπλάνο που έστειλε στην Αθήνα ο τότε πρόεδρος Ρόναλντ Ρίγκαν, η οργή κυριαρχούσε τους πάντες: από τους διπλωμάτες και το υπόλοιπο προσωπικό της αμερικανικής πρεσβείας στην Αθήνα μέχρι τον Λευκό Οίκο. Ο Ρίγκαν είχε προεδρεύσει έκτακτης σύσκεψης ανώτατων στελεχών για να εξετάσουν την κατάσταση, ενώ είχε συζητηθεί το ενδεχόμενο «πολιτικής τιμωρίας» της τότε ελληνικής κυβέρνησης του Ανδρέα Παπανδρέου.
Όσοι συνόδευαν το φέρετρο στο ύστατο ταξίδι στην Αμερική έδωσαν ένα όρκο: να μην ησυχάσουν μέχρι να οδηγηθούν ενώπιον της Αμερικανικής Δικαιοσύνης οι δολοφόνοι του ναυάρχου, ο οποίος θεωρούνταν τότε «ένα από τα λαμπρά αστέρια» των Ενόπλων Δυνάμεων και των μυστικών υπηρεσιών. Στο αεροπλάνο, συνοδεύοντας τη σορό, βρισκόταν και Αμερικανός διπλωμάτης που άφησε το στίγμα του στις ελληνοαμερικανικές σχέσεις, ο οποίος πολύ αργότερα μου αφηγήθηκε ότι ήταν έντονο το αίσθημα της εκδίκησης για τη δολοφονία του αγαπημένου τους φίλου, ο οποίος ήταν ο στρατιωτικός ακόλουθος της αμερικανικής πρεσβείας. Εάν επρόκειτο για χώρα και όχι μία μεμονωμένη άγνωστη οργάνωση, θα τη βομβάρδιζαν. Και κυριολεκτούσε.
Η δολοφονία του Νορντίν, στις 28 Ιουνίου του 1988, που οργάνωσε ο Δημήτρης Κουφοντίνας αποσυντόνισε για ένα διάστημα τις μυστικές υπηρεσίες, καθώς οι τρομοκράτες της «17 Νοέμβρη» έδειξαν να γνωρίζουν πρόσωπα και πράγματα. Ηταν η δεύτερη φορά, μετά τη δολοφονία του Γουέλτς, που οι αρμόδιοι των υπηρεσιών συνειδητοποιούσαν ότι τα μέλη της ελληνικής τρομοκρατικής οργάνωσης παρακολουθούσαν από τόσο κοντινή απόσταση τους στόχους τους. Είχαν γίνει διάφορες σκέψεις τότε και είχε κατατεθεί ως «άσκηση» η πιθανότητα να βοηθούσε και να στήριζε τους Ελληνες τρομοκράτες ξένη χώρα.
Μετά τη δολοφονία, οι Αμερικανοί ενίσχυσαν τα κλιμάκια της CIA και της αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας, όπως και τα μέτρα ασφαλείας γύρω απ’ όλους τους αμερικανικούς στόχους. Ταυτόχρονα άρχισαν να ασκούν αφόρητες πιέσεις στις ελληνικές κυβερνήσεις απαιτώντας καλύτερη συνεργασία, αλλά και τον έλεγχο των ερευνών.
Το βράδυ του τραυματισμού του Σάββα Ξηρού, όταν ο τότε υπουργός Δημόσιας Ασφάλειας Μιχάλης Χρυσoχοϊδης ενημέρωσε τον τότε πρέσβη Τομ Μίλερ για την εξέλιξη λέγοντας ότι συνέλαβαν το πρώτο μέλος της 17Ν, ο Αμερικανός αξιωματούχος, ο οποίος βρισκόταν σε νησί του Αιγαίου για διακοπές, του απάντησε με φωνή που ακουγόταν μέχρι την… Αθήνα ότι θέλει τον δολοφόνο του Νορντίν. Ο Μίλερ και ο δολοφονηθείς στρατιωτικός ακόλουθος ήταν στενοί και αχώριστοι φίλοι. Μετά την επιστροφή του στην Αθήνα, ο Μίλερ ήταν τόσο παθιασμένος με τον Κουφοντίνα ώστε όποιον Έλληνα γνώριζε ξεκινούσε τη συζήτηση με τον εκτελεστή της 17Ν.
Οι Αμερικανοί είχαν πάντα πρόβλημα με τη συγκεκριμένη οργάνωση, τα μέλη της οποίας είχαν εκτελέσει σημαντικούς αξιωματούχους των Ηνωμένων Πολιτειών. Είχαν προκηρύξει μυστικά τους εκτελεστές με σημαντικά ποσά και για πολλά χρόνια είχαν κυριολεκτικά αγχωθεί με την αποτυχία τους να εντοπίσουν έστω και ένα μέλος. Αυτό έδωσε αφορμή για να γίνουν πολλά λάθη και να κατηγορηθούν αθώοι Έλληνες πολίτες ότι συμμετείχαν στην 17Ν. Δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου και ο συγγραφέας Βασίλης Βασιλικός.
Μετά τη δολοφονία του Νορντίν, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ σε συνεργασία με το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ είχαν ετοιμάσει κρυφά κατηγορητήρια σε περίπτωση που οι αμερικανικές υπηρεσίες συνελάμβαναν Ελληνες τρομοκράτες. Είχαν επικηρύξει τα άγνωστα τότε μέλη της οργάνωσης και είχαν θέσει τη 17Ν στον κατάλογο των τρομοκρατικών οργανώσεων.
Η τελευταία απόφαση είχε και δραματικό τόνο, καθώς η ελληνική οργάνωση φιγούραρε στον σχετικό κατάλογο με την αφρόκρεμα των διεθνών τρομοκρατών. Τότε, αξιωματούχος που συμμετείχε στις προσπάθειες εξάρθρωσής της είχε τολμήσει να κάνει ένα σχόλιο που συζητήθηκε ανάμεσα στους δημοσιογράφους της Ουάσινγκτον. Είχε δηλώσει ότι «η 17Ν αποτελούσε μέρος της ελίτ των τρομοκρατικών οργανώσεων σε παγκόσμιο επίπεδο», δίνοντας μια ανέλπιστη αξία στα στελέχη της.
Έχει ιδιαίτερη σημασία το εξής γεγονός: οι Αμερικανοί δεν αφαίρεσαν την οργάνωση από τον τρομοκρατικό κατάλογο για πολλά χρόνια και επέμεναν, ακόμα και μετά τη συντριπτική καταδίκη των ηγετών και των μελών της, να θεωρούν ότι η 17Ν δεν εξαρθρώθηκε. Η εντολή για να συνεχιστεί το κυνηγητό μελών της που τυχόν δεν συνελήφθησαν κράτησε μέχρι τις 4 Σεπτεμβρίου του 2015, όταν ο τότε εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Μαρκ Τόνερ, εντελώς από το πουθενά, ανακοίνωσε ότι η 17 Ν δεν είναι πια «ενεργός απειλή» για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Σταματούσε, όπως είπε αργότερα άλλος αξιωματούχος, να είναι «μια επικίνδυνη τρομοκρατική οντότητα παγκοσμίως».
Ο κ. Τόνερ είχε εξηγήσει ότι «η αμερικανική κυβέρνηση δεν παραβλέπει, ούτε ξεχνά τις προηγούμενες τρομοκρατικές πράξεις της 17Ν, συμπεριλαμβανομένης της συμμετοχής των μελών της στις δολοφονίες και τους τραυματισμούς Αμερικανών πολιτών» Όμως η αρχική απόφαση ανακλήθηκε. Τι είχε συμβεί;
Στελέχη του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, σε συνεργασία με το υπουργείο Δικαιοσύνης και τις μυστικές υπηρεσίες, προχώρησαν σε μια διεξοδική επισκόπηση της κατάστασης μετά και την καταδίκη των μελών της σε πολυετείς φυλακίσεις και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η οργάνωση δεν ήταν πια απειλή για τους Αμερικανούς πολίτες και τα αμερικανικά συμφέροντα.
Το βασικό συμπέρασμα των στελεχών ήταν ότι η 17Ν σταμάτησε να υπάρχει ως οργανισμός με την αρχική της ικανότητα και δεν εντοπιζόταν καν πρόθεση τρομοκρατικής δραστηριότητας.
Όμως σε εκείνη τη συνάντηση των αξιωματούχων, «κράτησαν» ως λόγο ανησυχίας την απόφαση του Ελληνικού Κοινοβουλίου να επιτρέπεται σε κρατούμενους με αναπηρία να εξέρχονται των φυλακών και να επισκέπτονται τους συγγενείς τους, πάντα υπό περιορισμό. Η είδηση είχε ενοχλήσει τους Αμερικανούς επειδή θεώρησαν ότι αφορούσε τον Σάββα Ξηρό και έκαναν διαβήματα στον ίδιο τον πρωθυπουργό. Παρ’ όλα αυτά, προχώρησαν σε αφαίρεση της 17Ν από τον κατάλογο, προσθέτοντας ότι θα έβλεπαν ξανά το θέμα ανάλογα με το πώς εξελίσσεται το πρόγραμμα προσωρινής αποφυλάκισης.
Μετά τη 48ωρη άδεια στον Δημήτρη Κουφοντίνα και τη φιέστα που στήθηκε έξω από τις φυλακές, αναμένεται ότι οι Αμερικανοί θα σκεφτούν ξανά την πολιτική τους. Ενώ επιμένουν και σήμερα ότι η οργάνωση δεν είναι ενεργή, θα πάρουν σύντομα και με ψυχραιμία τις τελικές αποφάσεις τους για τον τρόπο που θα αντιμετωπίσουν την υπόθεση Κουφοντίνα.
Πάντως, ο τρόπος με τον οποίο αντέδρασε ο Αμερικανός πρέσβης Τζέφρι Πάιατ δείχνει και τον υψηλό βαθμό αντίδρασης της Ουάσινγκτον, η οποία πριν από μερικές εβδομάδες υποδέχθηκε με τιμές τον πρωθυπουργό της Ελλάδας. Ηταν και μία υπενθύμιση ότι θέματα όπως η τρομοκρατία είναι ταμπού για τους Αμερικανούς, οι οποίοι και δεν ανέχονται υποστηρικτικές συμπεριφορές προς τους τρομοκράτες.
Ο Αμερικανός πρέσβης, ο οποίος διατηρεί καλές σχέσεις με τον πρωθυπουργό και το σύνολο των υπουργών του, μίλησε με τον Πάνο Καμμένο για το θέμα. Ακουσε με ικανοποίηση από τον υπουργό Εθνικής Άμυνας ότι προσωπικά δεν συμφωνεί με την απόφαση για τον Κουφοντίνα, αλλά όπως τόνισε, υπογραμμίζοντας ξανά τη διαφωνία του: «Δεν μπορούμε να παρέμβουμε. Είναι θέμα που αφορά τη Δικαιοσύνη».
Σημειώνουμε τέλος ότι η Αμερική διατηρεί στον κατάλογο των τρομοκρατικών οργανώσεων τον «Επαναστατικό Αγώνα» (Revolutionary Struggle).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου