Σελίδες

Τρίτη 17 Ιουλίου 2018

Οι πραγματικοί λόγοι για τους οποίους η «Συμφωνία των Πρεσπών» παραβιάζει το Διεθνές Δίκαιο, τα εθνικά δικαιώματα της Ελλάδος, το ελληνικό Σύνταγμα και τους νόμους του ελληνικού κράτους


Γιώργος Ρωμανός



Η «Συνθήκη των Πρεσπών» συνταγμένη με δόλιο τρόπο είναι παράτυπη, καταχρηστική και παράνομη. Παραβιάζει το Διεθνές Δίκαιο, το Ελληνικό Σύνταγμα, τους νόμους του ελληνικού κράτους και καθίσταται άμεση απειλή για την κρατική υπόσταση της Ελλάδος.

Εισαγωγικά και εν συντομία

1. α. Είναι υποχρεωτικό να συμπεριλαμβάνεται στις Συνθήκες μεταξύ κρατών ή υποκειμένων στο Διεθνές Δίκαιο το καθεστώς ακυρότητας, βλέπε Σύμβαση της Βιέννης, άρθρα 42-45.
β. Στην ίδια, ΣτΒ, βλέπε τα περί: «Απάτης, άρθρο 49 Στη, σελ.19-23, αλλά και
γ. Τους λόγους ακυρότητας από τα εννοούμενα και νομίμως συμφραζόμενα.
δ. Στην ίδια, στο Άρθρο 53: «Συνθήκες που συγκρούονται με αναγκαστικό κανόνα του γενικού Διεθνούς Δικαίου»
ε. Στο Άρθρο 53: «Συνθήκες που συγκρούονται με αναγκαστικό κανόνα του γενικού Διεθνούς Δικαίου». Αλλά και:
ζ. Κανόνες συνυφασμένοι με την ΣτΒ, γνωστοί ως κανόνες: ius cogens γενικά

Αυτά δειγματοληπτικά, καθώς υπάρχουν στο Διεθνές Δίκαιο και στη Συνθήκη της Βιέννης πλείστα όσα στοιχεία τα οποία καθιστούν απολύτως άκυρη την «Συμφωνία των Πρεσπών»

Ειδικότερα:
2. Παραβιάσεις με βάση τη Συνθήκη της Βιέννης

2,α. Κατά κανόνα με καταγγελία συνθήκης λήγουν μόνο οι διμερείς συνθήκες. Η καταγγελία συνθήκης εκ μέρους μιας των συμβαλλομένων Χωρών αποτελεί πάντα μονομερής πράξη. Δι’ αυτής ένα συμβαλλόμενο Κράτος ανακοινώνει τη πρόθεσή του, με ρητή κοινοποίηση, ότι παύει να δεσμεύεται από τη συγκεκριμένη Συνθήκη, οποτεδήποτε αυτό κρίνει!
Στη προκειμένη περίπτωση εξετάζεται ειδικότερα η δυνατότητα (προβλεπόμενη) που μπορεί να παρέχει η ίδια η «Συνθήκη των Πρεσπών» για την ευχέρεια καταγγελίας της. Αν δεν υφίσταται τέτοια διάταξη μέσα στη «Συνθήκη των Πρεσπών», η οποία να παρέχει αυτήν την ευχέρεια τότε η μη δυνατότητα καταγγελίας συνιστά πράξη αθέμιτο, και τούτο διότι θεωρητικά δεν βασίζεται σε μονομερή βούληση, αλλά στη συμβατική άδεια εκ της σχετικής ελλείψεως την οποία εμπεριέχει η «Συνθήκη των Πρεσπών» από τη σύναψή της.
Έτσι, στη «Συνθήκη των Πρεσπών», στο Άρθρο 19, περί: Επίλυσης Διαφορών, στα 1,2,3 ΔΕΝ προβλέπεται ρητώς η δυνατότητα καταγγελίας της όπως επιτάσσουν τα διεθνώς ισχύοντα, αλλά μόνο τη δυνατότητα προσφυγής στον ΟΗΕ προς επίλυση, βλέπε Άρθρο 20 της «Συνθήκης των Πρεσπών».
2,β. Η εν λόγω «Συνθήκη» παραδίδει σε ξένη χώρα, στο κράτος της FYROM, αδιαμφισβήτητα και απολύτως αποδεδειγμένα επιστημονικά εθνικά δικαιωμάτων της Ελλάδος. Παραδίδει στους Σλαβοαλβανούς κατοίκους της FYROM την ελληνική Ιστορία, την ελληνική εθνότητα και γλώσσα οι οποίες είναι ταυτόσημες με την μοναδική Μακεδονία της Ελλάδος. Αυτό συνεπάγεται αμέσως και την παράδοση εκλογικών δικαιωμάτων, αρχικά σε επίπεδο Δημοτικών εκλογών, και έτσι την δυνατότητα των Σλαβοαλβανών, να τεκμηριώσουν τα σήμερα ψευδο-αλυτρωτικά τους δικαιώματα ως αληθή και υποστασιοποιημένα εμπραγμάτως με την αγορά, αρχικά και κατοχή ως περιουσιακών στοιχείων εδαφικών μερών της Ελλάδος και ειδικά της μοναδικής Μακεδονίας της Ελλάδος.
2,γ. Η εν λόγω «Συμφωνία» παράγει σοβαρές δουλείες σε βάρος της Ελλάδος τόσο στο Άρθρο 13, βάσει του οποίου παραδίδονται τα ελληνικά λιμάνια και η οψέποτε κηρυχθείσα ελληνική ΑΟΖ, όσο και γιατί στο Άρθρο 14,(4) η Ελλάς αναλαμβάνει την υποχρέωση: «να αναπτύξει και να ενισχύσει τη συνεργασία της με τα Σκόπια όσον αφορά στην ενέργεια, ιδίως δια της κ α τ α σ κ ε υ ή ς, σ υ ν τ ή ρ η σ η ς και χρήσης διασυνδεόμενων αγωγών φυσικού αερίου και πετρελαίου (υ φ ι σ τ ά μ ε ν ω ν, υ π ό κ α τ α σ κ ε υ ή και σ χ ε δ ι α ζ ό μ ε ν ω ν)
Αυτό σημαίνει πως η υπερχρεωμένη για έναν αιώνα Ελλάδα θα είναι υποχρεωμένη να κατασκευάζει και να συντηρεί αγωγούς ενέργειας «υφισταμένων και σχεδιαζόμενων» τους οποίους θα τους προωθεί στην FYROM και θα τους διαμοιράζεται με αυτήν επί ίσους όροις. Έτσι, πέραν της πρόσθετης οικονομικής δουλείας που επιτάσσει το άρθρο αυτό, καθίσταται εύλογο το ερώτημα: πώς είναι δυνατόν να δεσμευτεί η Ελλάδα από τώρα για κάτι που θα σχεδιαστεί στο μέλλον;
Ο καταναγκασμός σε βάρος της Ελλάδος συνεχίζεται, στο ίδιο άρθρο, όπου υπάρχει πρόβλεψη-εντολή η οποία: «αφορά στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, περιλαμβανομένων των φωτοβολταϊκών, της αιολικής και της υδρο-ηλεκτρικής ενέργειας. Πιθανά εκκρεμή ζητήματα θα αντιμετωπισθούν χωρίς καθυστέρηση, με τη σύναψη αμοιβαίως επωφελών διακανονισμών λαμβάνοντας σοβαρά υπ' όψιν την Ευρωπαϊκή Ενεργειακή Πολιτική και το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Το Πρώτο Μέρος (η Ελλάς) θα διευκολύνει το Δεύτερο (FYROM) με κατάλληλη μεταφορά τεχνογνωσίας και εμπειρίας.» Κι αυτό, όπως ρητώς αναφέρεται στο Άρθρο μέχρι του επιπέδου της μεταφοράς ελληνικής νανοτεχνολογίας από την Ελλάδα προς την FYROM. 
Έτσι, όμως, είναι δυνατόν, αν η Ελλάδα κριθεί από το κράτος της FYROM, ότι στο μέλλον δεν του μετέφερε την κατάλληλή «τεχνογνωσία και εμπειρία» μέχρι και να καταδικασθεί σε διεθνή δικαστήρια ή fora ή και να εξαναγκαστεί σε ρήτρες τις οποίες θα διεκδικήσουν τα Σκόπια.
Τα σημεία τα οποία παράγουν δουλείες με την μορφή μονομερών εκχωρήσεων δικαιωμάτων και τεχνογνωσία υψηλότατου επιπέδου της Ελλάδος προς την FYROM είναι πολλά, εμφανέστατα και πρέπει να αναδειχτούν από ομάδα νομικών πλαισιωμένη με Συνταγματολόγο (-γους)
2,δ. Είναι υποχρεωτικό, σύμφωνα με την Συνθήκη της Βιέννης (1969 – 1980), το εξής: «…η επικύρωση και όχι η υπογραφή είναι εκείνη που παρέχει στη «Συνθήκη των Πρεσπών» την οριστική της ισχύ. Ως πράξη δε για να χαρακτηρισθεί «οριστική και αμετάκλητος», σύμφωνα με τη Στη θα πρέπει να καλύπτεται «ολόκληρο το κείμενο της Συνθήκης (των Πρεσπών) και να μην έχει εγερθεί καμία επιφύλαξη.» Αλλά εμπραγμάτως αποτελεί επιφύλαξη ο 5ετής χρόνος ωρίμανσης της εν λόγω «Συμφωνίας» και με άδηλο αποτέλεσμα στο μέλλον, χρόνος ο οποίος προβλέπεται στο Άρθρο 1, 10, το οποίο εισάγει εκκρεμότητες προσαρμογής και ολοκλήρωσής διαφόρων διεργασιών επί 5 χρόνια. Ενώ, από την άλλη, η εν λόγω «Συμφωνία» παράγει τελεσίδικα και μη αντιστρεπτά αποτελέσματα με την έναρξή της, όπως η ένταξη στο ΝΑΤΟ και οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις στην ΕΕ.
Βλέπε: «καθεστώς ακυρότητας της Σύμβασης της Βιέννης (άρθρα 42-45 Στη».
2,ε. Κάθε Διεθνής Συνθήκη είναι νομικό κείμενο που εκφράζει τη συμφωνία δύο ή περισσότερων υποκειμένων του διεθνούς δικαίου να δημιουργηθούν, μεταβληθούν ή να αρθούν δικαιώματα και υποχρεώσεις στο πεδίο του Διεθνούς Δικαίου, τα οποία θα διέπονται από αυτό. Βλ. το άρθρο 2 παρ. 1 πρ. 1 Συνθήκη της Βιέννης, 1969-1980 την οποία η Ελλάδα την κύρωσε το 1974. Και μόνο από αυτό εξάγεται ότι οι Διεθνείς Συνθήκες οφείλουν να εμπεριέχουν ρητά, με σαφήνεια και όχι με ασάφεια και με παραπλανητική διατύπωση των γραφομένων τους όρους της εν λόγω Συμφωνίας πράγμα το οποίο ΔΕΝ ισχύει για την «Συνθήκη των Πρεσπών
2,ζ. Η «Συμφωνία των Πρεσπών» οφείλει και υποχρεούται να ακολουθεί και τα: αποφάσεις του Διεθνούς Δικαστηρίου Χάγης. Aegean Sea Continental Shelf, Greece v Turkey, Jurisdiction, Judgment, [1978] ICJ, "[The Court] knows of no rule of international law which might preclude a joint communique from constituting an international agreement to submit a dispute to arbitration or judicial settlement" (σελ.39, παρ. 96). Ούτε η πρωτοκόλληση στα ΗΕ κατ’άρθρο 102 Χάρτη ΗΕ είναι απαραίτητο στοιχείο βλ. Maritime Delimitation and Territorial Questions between Qatar and Bahrain, Qatar v Bahrain, [1994] ICJ Rep 112, ICGJ 81 (ICJ 1994), 1st July 1994, International Court of Justice [ICJ], παρ. 22-30 (1990 Minutes "constitute "an international agreement creating rights and obligations for the Parties"; non-registration under Article 102 UN Charter does not have any consequence for the validity of the agreement, "which remains no less binding upon the parties: παρ. 29-30).Nuclear Tests Case (Australia v. France), International Court of Justice (ICJ), 20 December 1974, available at: http: //www.refworld.org/docid/4023a57c7.htmlπαρ. 43-51: "It is well recognised that declarations made by way of unilateral acts, concerning legal or factual situations, may have the effect of creating legal obligations." (παρ. 43). Και αυτό δεν συμβαίνει.
2,η. Οι κανόνες της ΣτΒιέννης περί ακυρότητας των Διεθνών Συνθηκών ρυθμίζουν ακριβώς τα σχετικά ζητήματα, και η «Συμφωνία των Πρεσπών» δεν ανταποκρίνεται σε αυτούς τους κανόνες, όπως προαναφέρθηκε, καθώς είναι μία πρόχειρα συνταγμένη, παράνομη, και παραπειστική «Συμφωνία» με μόνο στόχο να εξαναγκάσει την Ελλάδα να δώσει την έγκρισή της για εισαγωγή της FYROM στο ΝΑΤΟ και την Ε.Ε. Και αυτό σύμφωνα με την Στη είναι παράνομο και ακυρώνει την υπο εξέταση ΔΙΜΕΡΗ και όχι ΔΙΕΘΝΗ «Συμφωνία των Πρεσπών».
2,θ. Η Διεθνής αρχή pacta sunt servanda ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΙ στα κράτη, και γενικά στα υποκείμενα του Διεθνούς Δικαίου να δεσμευθούν από «ελαττωματικές διεθνείς υποχρεώσεις, είτε το ελάττωμά τους οφείλεται στη διαδικασία σύναψης της συνθήκης, είτε στο περιεχόμενό της.»
2,ι. Βασική αρχή στην οποία βασίζεται το καθεστώς της ακυρότητας και γενική αρχή του διεθνούς δικαίου είναι η αρχή της καλής πίστης. Το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης στην απόφαση του Nuclear Tests δέχθηκε ότι αυτή αποτελεί κεντρικό σημείο του διεθνούς δικαίου.
Σχετικά: Ι.McNair, Law of Treaties, σελ. 10 για την προέλευση των Συνθηκών γενικά από το δίκαιο των ιδιωτικών συμβάσεων ( με ιδιαίτερη έμφαση στο αγγλικό δίκαιο), σε O. Corten & P. Klein (Επιμ), The Vienna Convention on the Law of Treaties. A commentary. Vol. II, σελ. .
ΙΙ. Klabbers σε "The Oxford Guide to Treaties", σελ. 552.
ΙΙΙ. Nuclear Tests Case (Australia v.France), International Court of Justice (ICJ), 20 December 1974, available at: httpQ//www.refxorld.org/docid/4023a57c7, σελ.253,268,παρ.46. Επίσης βλ. Την υπόθεση Gabčikovo-Nagymaros Project, Hungary v Slovakia, Judgment, Merits, ICJ GL No 92, [1997] ICJ Rep 7, [1997] ICJ Rep 88, (1998) 37 ILM 162, ICGJ 66 (ICJ 1997), 25th September 1997, International Court of Justice [ICJ] "Every treaty in force is binding upon the parties to it and must be performed by them in good faith.", σελ.162, παρ.142, και πολλά άλλα.

3. Παραβιάσεις του ελληνικού Συντάγματος

3,α. Παραβιάζονται, μεταξύ άλλων, τα Άρθρο 34, 35 και ειδικά το Άρθρο 36 παράγραφος 1, του Ελληνικού Συντάγματος, το οποίο προβλέπει ότι: «ο ΠτΔ υπογράφει Συμφωνίες και όχι ο Υπουργός Εξωτερικών», και μάλιστα χωρίς εξουσιοδότηση της Βουλής, ούτε καν της Κυβερνητικής Επιτροπής.
Με δεδομένη την κατηγορηματική άρνηση ψήφισης της εν λόγω «Συμφωνίας» από κρίσιμο τμήμα της Κυβέρνησης το οποίο είναι οι ΑΝΕΛ, και το οποίο εάν εξαιρεθεί σημαίνει αυτόματα και μη ύπαρξη της «Αρχής της Δεδηλωμένης πλειοψηφίας» στην βουλή των Ελλήνων, για την Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Ο ΠτΔ, βάσει του Ελλ. Συντάγματος Άρθρο 36, υπογράφει: «Όταν τo συμφέρoν και η ασφάλεια τoυ Kράτoυς τo επιτρέπoυν», και καταφανώς με αυτή τη Συμφωνία δεν υπηρετείται ούτε το Συμφέρον ούτε η Ασφάλεια της Ελλάδος.
Με δεδομένο ότι παράγει τις δουλείες που προαναφέρθηκαν για την Ελλάδα και επιπρόσθετα: επαχθείς μονομερείς υποχρεώσεις της προς την FYROM, εκτός από την παράδοση της Μακεδονίας, όνομα, εθνότητα, γλώσσα ως η Ελλάδος να είχε νικηθεί η σε πόλεμο από την FYROM.

4. Παραβιάσεις Γενικών Αρχών και κανόνων Διεθνούς Δικαίου

Στην «Συμφωνία των Πρεσπών παραβιάζονται επτά διεθνείς ερμηνευτικοί κανόνες όλων των Συμφωνιών τους οποίους επιτάσσει η διεθνής νομολογία Ήτοι:
4,α. Την αρχή της καλής πίστης, που οδηγεί στην αναζήτηση της πραγματικής πρόθεσης των συμβαλλομένων, βάσει του κειμένου ή άλλων στοιχείων.
4,β. Την αρχή της καθόλου έρευνας του κειμένου και όχι τμηματικά αυτού.
4,γ. Την αρχή όπου σαφείς διατάξεις δεν χρήζουν ερμηνειών, όπου εν προκειμένω εφαρμόζονται έστω και αν δεν ικανοποιούν τους συμβαλλόμενους.
4,δ. Την αναζήτηση της σκοπιμότητας.
4,ε. Την ερμηνεία εκ της συμπεριφοράς των συμβαλλομένων στη πράξη
4,ζ. Την προσφυγή σε προπαρασκευαστικές εργασίες, εφόσον το κείμενο παρουσιάζει ασάφειες.

Συμπέρασμα

Τα όσα εξετέθησαν αποτελούν μια εν συντομία προσέγγιση των παρανομιών και της ουσιαστικής ακυρότητας της «Συνθήκης των Πρεσπών». Η μεγίστη σοβαρότητα του ζητήματος για την Ελλάδα απαιτεί όλα όσα προανέφερα να αναπτυχθούν περαιτέρω και με την κατάλληλη νομική και συνταγματική αιτιολόγηση και τεκμηρίωση να προσβληθεί η κατάπτυστη και δουλόφρονα «Συμφωνία των Πρεσπών», τόσο σε ανώτατο επίπεδο εντός της Ελλάδος, με αποδέκτη και τον Πρόεδρο της ελληνικής Δημοκρατίας, ο οποίος μέχρι στιγμής σε δηλώσεις του κρατάει αποστάσεις όσο και με προσβολή σε όλα τα Διεθνή αρμόδια όργανα στα οποία να αιτηθεί η ταχεία και άνευ καθυστερήσεως ακύρωση της «Συμφωνίας των Πρεσπών».
Οι νομικές πράξεις επί όλων  αυτών πρέπει να ξεκινήσουν άμεσα.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου