Δευτέρα 13 Φεβρουαρίου 2017

Συμβολή και θυσίες του Ελληνικού Εμπορικού Ναυτικού κατά τον συμμαχικό αγώνα στο Β' Παγκόσμιο Πόλεμο 1939-45 με σύντομη αναφορά και στο Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό

ΠΗΓΗ diplomatikoperiskopio.com Συντάκτης: Σωτήριος Χ. Γεωργιάδης  
Το Ελληνικό Εμπορικό Ναυτικό (ΕΕΝ) μαζί με το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό (ΠΝ), τότε ονομαζόμενο Βασιλικό Ναυτικό (ΒΝ), έπαιξαν από κοινού σημαντικούς ρόλους στο πλευρό των Συμμάχων στο το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο (Β΄ ΠΠ). Σκοπός αυτής της σύντομης παρουσιάσεως είναι να συνοψισθούν τα πλέον σημαντικότερα στοιχεία, μερικά των οποίων είναι λιγότερο γνωστά, τα οποία αναφέρονται στη συμβολή και τις θυσίες ΕΕΝ και ΒΝ σε προσωπικό και υλικό κατά τον Β΄ ΠΠ.
Στην ειρήνη οι ρόλοι του ΕΕΝ και του ΠΝ είναι χωριστοί. Στην πολεμική όμως περίοδο ΕΕΝ και ΠΝ συνεργάζονται στενότατα. Προσωπικό του ΕΕΝ αποτελεί πολύτιμο έμψυχο δυναμικό γιά την επάνδρωση μονάδων του ΠΝ, ενώ οι μεταφορές με πλοία του ΕΕΝ ελέγχονται και προστατεύονται από το ΠΝ.

Παρά το ότι η Ελλάδα έμεινε ουδέτερη από την έναρξη την 1-9-39 του Β΄ ΠΠ μέχρι την εναντίον της απρόκλητη Ιταλική επίθεση την 28-10-40, η τότε Ελληνική Κυβέρνηση Ι. Μεταξά έθεσε αμέσως στη διάθεση των Συμμάχων τον υπό Ελληνική Σημαία Εμπορικό μας Στόλο από την πρώτη ημέρα του πολέμου. Το ΕΕΝ συνέχισε να υπηρετεί τις συμμαχικές ανάγκες όχι μόνο μέχρι την απελευθέρωση της Ελλάδας τον Οκτώβριο 1944, αλλά και μέχρι την ολοκληρωτική συντριβή του Άξονα τον Αύγουστο 1945. Έτσι το ΕΕΝ συνέβαλε στον Συμμαχικό αγώνα σε όλη τη διάρκεια του Β΄ ΠΠ, από αρχής μέχρι  τέλους. Ενδεικτικό των θυσιών του ΕΕΝ κατά την περίοδο της Ελληνικής ουδετερότητας, είναι ότι μόνο στο διάστημα αυτό, εκ των 350 περίπου εμπορικών πλοίων ουδετέρων χωρών που βυθίστηκαν από πολεμικές ενέργειες, περί τα 100 ήτοι το 28% ήταν του ΕΕΝ.
Το ΒΝ ήταν επίσης θύμα πολεμικών ενεργειών πριν από την Ιταλική επίθεση κατά της Ελλάδας την 28-10-40. Είναι γνωστός ο ύπουλος τορπιλισμός από Ιταλικό Υποβρύχιο και η βύθιση του ΒΠ ΕΛΛΗ στις τελετές της Τήνου την 15-8-40. Λιγότερο ίσως γνωστές είναι διάφορες ανεπιτυχείς Ιταλικές αεροπορικές επιθέσεις κατά πλοίων του ΒΝ κατά την ίδια περίοδο. 
Το ΒΝ, σε συνεργασία με το ΕΕΝ συνέβαλαν στην άμυνα της πατρίδας μας κατά την 7μηνη Μάχη της Ελλάδας, αρχικά κατά των επιτιθεμένων Ιταλών και ακολούθως και κατά των Γερμανών, που ήλθαν από την 6-4-41 να βοηθήσουν τους ηττόμενους Ιταλούς. Ακολούθως το ΒΝ δεν παραδόθηκε κατά την κατάληψη της Ελλάδας από τη Γερμανία, αλλά έπλευσε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, όπου κατέφυγαν ο Βασιλιάς Γεώργιος Β! και η Κυβέρνηση Τσουδερού, από όπου συνέχισε μαχόμενο κατά των κοινών εχθρών στο πλευρό των Συμμάχων, όχι μόνο μέχρι την απελευθέρωση της Πατρίδας την 12-10-44, αλλά μέχρι τη λήξη του Β΄ ΠΠ στην Ευρώπη στις 9-5-45. Μεγάλο μέρος των δημοσίων δαπανών που κάλυψε η κατά την κατοχή της Πατρίδας μας εξόριστη Ελληνική Κυβέρνηση, χρηματοδοτήθηκαν από το ΕΕΝ.
Σημαντικός αριθμός νεαρών μελών εφοπλιστικών οικογενειών, αξιωματικών και ναυτών του ΕΕΝ, που βρέθηκαν στο εξωτερικό ενώ η Ελλάδα στέναζε υπό ξενική κατοχή, προσήλθε εθελοντικά και υπηρέτησε στο ΒΝ. Μία τέτοια τυπική περίπτωση ήταν αυτή του Φώτη Λυκιαρδόπουλου, της γνωστής εφοπλιστικής οικογενείας, που γεννημένος και μεγαλωμένος στην Αγγλία, κατετάγη σε ηλικία 19 ετών το 1943 στο ΒΝ και φοίτησε στην Αγγλική Σχολή Δοκίμων, ενώ τον Ιούνιο του 1944 πήρε μέρος στις Επιχειρήσεις γιά την κατάληψη της Νορμανδίας από τους Συμμάχους, επί του Βρετανικού πολεμικού  πλοίου HMS CHELMER. Ενδεικτικά πάλι μπορεί να σημειωθεί ότι ο εφοπλιστής Σταύρος Νιάρχος, 35 ετών τότε, κατετάγη οικειοθελώς στο ΒΝ και υπηρέτησε σε διάφορες θέσεις, μεταξύ των οποίων στην Κορβέτα ΚΡΙΕΖΗΣ και ακολούθως στο Αντιτορπιλλικό ΣΑΛΑΜΙΣ, που επιχειρούσαν από Αγγλικές Βάσεις. Ο επίσης εφοπλιστής Δημήτρης Μαρής, υπηρέτησε στην Κορβέτα ΤΟΜΠΑΖΗΣ, που κι’ αυτή επιχειρούσε από Αγγλικές Βάσεις. Περισσότερα ονόματα μελών της ευρύτερης οικογενείας του ΕΕΝ, που προσέφεραν τις υπηρεσίες τους ως Αξιωματικοί του ΒΝ, είναι καταχωρημένα στον Πίνακα στο τέλος του κειμένου αυτού.
Στη συμμαχική απόβαση στην Νορμανδία τον Ιούνιο 1944, μαζί με τις 2 Κορβέτες του ΒΝ ΚΡΙΕΖΗΣ και ΤΟΜΠΑΖΗΣ, πήραν μέρος και 4 φορτηγά πλοία του ΕΕΝ, ήτοι: Το «ΑΓΙΟΣ ΣΠΥΡΙΔΩΝ» με πλοίαρχο το Γεωργίο Σαμοθράκη, το «ΓΕΩΡΓΙΟΣ Π.» υπό την πλοιαρχία του Δημητρίου Παρίση, το «ΑΜΕΡΙΚΗ» υπό την διακυβέρνηση του Σπυρίδωνα Θεοφιλάτου και το «ΕΛΛΑΣ» υπό την πλοιαρχία του Γεωργίου Τριλίβα.
Δυστυχώς πολλές φορές τα υπάρχοντα στοιχεία γιά το ΕΕΝ της περιόδου του Β΄ ΠΠ δεν συμπίπτουν και κατ’ ανάγκη η εδώ μεταφορά τους γίνεται κατά προσέγγιση.
Το ΕΕΝ κατά τον Β΄ ΠΠ θρήνησε πάνω από 2.000 άνδρες και περισσότερα από 60% των ωκεανοπόρων πλοίων του, ενώ το ΒΝ είχε απώλειες περισσοτέρων των 700 ανδρών και άνω του 32% των μαχίμων μονάδων του. Οι Σύμμαχοι αναπλήρωσαν και συμπλήρωσαν τα πλοία του ΒΝ διαρκούντος του Β΄ ΠΠ, αναγνωρίζοντας εμπράκτως την ουσιαστική του συμβολή στον κοινό αγώνα. Παραλλήλως στο ΕΕΝ διατέθηκαν 15 νεότευκτα φορτηγά πλοία τύπου LIBERTY, χωρητικότητας 10.000 κόρων, γιά μερική αναπλήρωση των μεγάλων απωλειών του. Οι θυσίες σε πλοία και προσωπικό του ΕΕΝ συνεχίστηκαν γιά μακρό χρονικό διάστημα ακόμη και μετά το τέλος του Β΄ ΠΠ, μέχρι να εκκαθαριστούν οι νάρκες που είχαν ποντιστεί σε μεγάλους αριθμούς στις διάφορες θάλασσες.
Οι μεγαλύτερες απώλειες του ΕΕΝ ωφείλοντο στη δράση Γερμανικών Υποβρυχίων, κυρίως στον Ατλαντικό Ωκεανό. Κατά το πρώτο έτος του Β΄ ΠΠ, οι τορπίλλες που έριξαν τα Γερμανικά Υποβρύχια απέτυχαν να πλήξουν τα συμμαχικά πλοία σε ποσοστό άνω του 25%, λόγω σοβαρών τεχνικών προβλημάτων των μηχανισμών πυροδοτήσεως των εν λόγω τορπιλλών. Είναι αξιοσημείωτο ότι κατά το ίδιο διάστημα επιχειρούσαν κατά μέσο όρο μόνο περί τα 6 Γερμανικά Υποβρύχια, τα οποία εβύθησαν περισσότερα από 1.000 συμμαχικά φορτηγά πλοία, που μετέφεραν άνω των 4 εκατομμυρίων τόνων παντοειδούς πολυτίμου φορτίου.8 Η Γερμανική Διοίκηση Υποβρυχίων υπελόγιζε ότι εάν οι τορπίλλες τους δεν παρουσίαζαν τα προαναφερόμενα σοβαρά τεχνικά προβλήματα, θα μπορούσαν στο ίδιο διάστημα να είχαν βυθίσει το διπλάσιο αριθμό συμμαχικών πλοίων.5
Είναι επίσης αξιόλογο, ότι με βάση εξακριβωμένα Γερμανικά στοιχεία: α) δεν υπήρχε μέχρι το τέλος του 1938 σχεδιασμός εχθροπραξιών με την Αγγλία, ούτε από τη Γερμανική Κυβέρνηση, ούτε από το Γερμανικό Ναυτικό, β) το Γερμανικό Πολεμικό Ναυτικό κατά την έκρηξη του Β΄ ΠΠ διέθετε μόνο 57 Υποβρύχια, εκ των οποίων 46 σε πολεμική ετοιμότητα, ενώ  η Γερμανική Διοίκηση Υποβρυχίων υπελόγιζε ότι τότε αναγκαιούσαν 300, γ) το τεράστιο Πρόγραμμα Ναυπηγήσεων πολεμικών πλοίων διαρκούντος του Β΄ ΠΠ, που ωδήγησε στην ενεργοποίηση 1.153 καινούργιων Υποβρυχίων και την κατασκευή περισσοτέρων, δεν επέτρεπε στη Γερμανία να δράσει αποτελεσματικά κατά των Αγγλικών  και των άλλων συμμαχικών πλοίων. 5
Η ουσιαστική συμβολή της Ελλάδας στο πλευρό των Συμμάχων κατά το Β΄ ΠΠ, αναγνωρίστηκε από κορυφαίους παράγοντες της περιόδου εκείνης. Ο Χίτλερ, μιλώντας με ιδιαιτέρως κολακευτικά λόγια γιά τους Έλληνες πολεμιστές του 1940, είπε μεταξύ άλλων στη διάσημη κινηματογραφίστρια και φίλη του Leni Riefenstahl, όταν την είχε προσκαλέσει στην κατοικία του την 30 Μαρτίου 1944: «Η είσοδος της Ιταλίας στον πόλεμο, αποδείχτηκε καταστροφική γιά μας. Αν οι Ιταλοί δεν είχαν επιτεθεί στην Ελλάδα και δεν χρειάζονταν τη βοήθειά μας, ο πόλεμος θα είχε πάρει διαφορετική τροπή. Θα είχαμε προλάβει να κατακτήσουμε το Λένινγκραντ και τη Μόσχα, πριν μας πιάσει το ρωσικό ψύχος»1 Ο Ζούκωφ, Ρώσος Στρατάρχης, ευγνομονώντας στα απομνημονεύματά του τους Έλληνες, γιά την ηρωϊκή τους αντίσταση στα Γερμανικά στρατεύματα, σημειώνει μεταξύ άλλων: «Αν ο Ρωσικός Λαός κατόρθωσε ν’ ανορθώσει το κουρασμένο κορμί του μπροστά στις πόρτες της Μόσχας, να συγκρατήσει και να ανατρέψει τον Γερμανικό χείμαρο, το οφείλει στον Ελληνικό Λαό, που καθυστέρησε τις Γερμανικές Μεραρχίες όλο τον καιρό που θα επέτρεπε να μας γονατίσει. Η γιγαντομαχία της Κρήτης υπήρξε το αποκορύφωμα της Ελληνικής προσφοράς.»4
Η συμβολή του Ελληνικού Εμπορικού Ναυτικού
Η συνολική χωρητικότητα των πλοίων του ΕΕΝ κατά την έναρξη του Β΄ ΠΠ ήταν περί το 2,6% εκείνης της παγκόσμιας. Το ΕΕΝ διέθετε περί τα 600 ωκεανοπόρα ατμοκίνητα πλοία και περί τα 700 πετρελαιοκίνητα καΐκια. Από τα ατμοκίνητα πλοία του ΕΕΝ, τα 90% περίπου ήταν φορτηγά. Εν τούτοις η ολική χωρητικότητα των πλοίων του ΕΕΝ ήταν τότε μεγαλύτερη των αντιστοίχων εμπορικών ναυτικών της Σουηδίας, Σοβιετικής Ενώσεως, Καναδά, Δανίας και Ισπανίας.
Η Μ. Βρετανία, παρά το ότι το 1939 διέθετε το 26.11% της παγκόσμιας χωρητικότητας, είχε ανάγκη κάθε διαθέσιμου πρόσθετου εμπορικού πλοίου, προκειμένου να καλύψει τις αυξημένες λόγω του πολέμου μεταφορικές ανάγκες όχι μόνο της μητροπολιτικής Αγγλίας, αλλά και εκείνες σε παγκόσμια κλίμακα. Περί τα μέσα του 1940 το Βρετανικό Βασιλικό Ναυτικό διέθετε καύσιμα γιά 2 μόνο μήνες.8 Περί τον Σεπτέμβριο του 1941 είχαν απολεσθεί γύρο στα 25% των Βρετανικών Εμπορικών πλοίων.8 Το ΕΕΝ, με πολιτική απόφαση της Ελληνικής Κυβερνήσεως και τη συνεργασία Εφοπλιστών και Πληρωμάτων, ήρθε αρωγό στη κάλυψη των εν λόγω αναγκών, αμέσως από την έναρξη του Β΄ ΠΠ.
Τα περισσότερα των πλοίων του ΕΕΝ ήταν καρβουνοκίνητα. Οι συνθήκες διαβιώσεως των πληρωμάτων του ΕΕΝ ήταν πολύ σκληρές έως άθλιες. Ναυτιλιακά βοηθήματα ήταν υποτυπώδη, περιοριζόμενα στην απλή μαγνητική πυξίδα και τις οπτικές παρατηρήσεις των ακτών την ημέρα και των άστρων τη νύκτα. Πολλοί Φάροι δεν λειτουργούσαν λόγω του πολέμου.
Τα αργοκίνητα πλοία του ΕΕΝ ήταν εύκολοι στόχοι των Γερμανικών Υποβρυχίων και των πολεμικών επιφανείας. Οι Διεθνείς Κανόνες δεν ετηρούντο συνήθως, κάτι που απέβαινε εις βάρος της ζωής των πληρωμάτων. Σύμφωνα με αυτούς τους Κανόνες τα φορτία πλοίων ουδετέρων κρατών έπρεπε να ελέγχωνται και εάν διεπιστώνετο ότι μετέφεραν υλικά γιά πολεμικές ανάγκες, επετρέπετο να βυθιστούν, αφού προηγουμένως απεβιβάζετο το πλήρωμά τους. Εν τούτοις πολλές φορές όχι μόνο τορπιλλίστηκαν και βυθίστηκαν εμπορικά πλοία μόλις έγιναν αντιληπτά, αλλά και όσοι από τα πληρώματά τους προσπάθησαν να διαφύγουν, πολυβολήθηκαν και εξοντώθηκαν, γιά να μην υπάρξουν ίχνη. Επισημαίνεται ότι διαταγές προς τα Γερμανικά Υποβρύχια, που εκδόθηκαν ήδη από τον πρώτο μήνα του Β΄ ΠΠ την 30-9-39, περιείχαν, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα: «....επειδή οι Έλληνες έχουν πωλήσει και μισθώσει πολυάριθμα (εμπορικά) πλοία στους Άγγλους, τα Ελληνικά πλοία πρέπει να θεωρούνται ως εχθρικά .... Κατά τις επιθέσεις τα Υποβρύχια να παραμένουν κρυμμένα ....»
Κατά τον Β΄ ΠΠ από το σύνολο των 500 περίπου ωκεανοπόρων φορτηγών ατμοπλοίων του ΕΕΝ βυθίστηκαν από πολεμικές ενέργειες περί τα 211. Επιπροσθέτως 107 φορτηγά μας απωλέσθηκαν από άλλες αιτίες. Επίσης από τα 55 επιβατηγά πλοία, βυθίστηκαν τα 52. Ακόμη από τα 700 καΐκια χάθηκαν περί τα  500. Οι μεγαλύτερες απώλειες σημειώθηκαν στον Ατλαντικό κατά το έτος 1941. Μέχρι τότε πολλά βραδυκίνητα φορτηγά πλοία διέσχιζαν τον ωκεανό μόνα, ενώ οι νηοπομπές προσέφεραν περιορισμένη προστασία. Μετέπειτα οι ετήσιες απώλειες συμμαχικών πλοίων έβαιναν μειούμενες, με την ενίσχυση της παρεχομένης καλύψεως από πολεμικά πλοία και αεροπλάνα.
Οι απώλειες του ΕΕΝ πρέπει να συγκριθούν με εκείνες του συνόλου των απωλειών των συμμαχικών εμπορικών πλοίων διαρκούντος του Β΄ ΠΠ. Κατά τα Βρετανικά στοιχεία, που αποκαλύφθηκαν μετά τον πόλεμο, οι Σύμμαχοι έχασαν συνολικά περί τα 2.600 εμπορικά πλοία, τα 95% των οποίων στον Ατλαντικό. Κατά συνέπεια οι απώλειες του ΕΕΝ σε φορτηγά και επιβατηγά, ανήλθαν στο 14% του συνολικού αριθμού των βυθισθέντων συμμαχικών εμπορικών πλοίων κατά τον Β΄ ΠΠ.
Τα κυριότερα όπλα που χρησιμοποιήθηκαν κατά πλοίων περιελάμβαναν τορπίλλες και νάρκες. Το σύνολο των ναρκών που ποντίστηκαν κατά τον Β΄ ΠΠ υπολογίσθηκαν σε άνω των 700.000. Από αυτές περί το 70% ποντίστηκαν από Αγγλία και Γερμανία. Οι νάρκες, μέχρι να εξουδετερωθούν μετά την λήξη του Β΄ ΠΠ, εξακολούθησαν να βυθίζουν πλοία γιά μεγάλο ακόμη διάστημα.
Κατά τη διάρκεια των Ιταλικών επιθέσεων κατά της Ελλάδας, πλοία του ΕΕΝ, υπό την προστασία του ΒΝ μετέφεραν ασφαλώς περί το 80% του πολεμικού υλικού και των στρατευμάτων  σε λιμένες πλησίον του μετώπου, χρησιμοποιώντας περί τα 140 φορτηγά, 47 επιβατηγά και 56 ρυμουλκά.
Δεν είναι εφικτό στη συνοπτική αυτή αναφορά να μνημονευτούν όλα τα δράματα και τα επιτεύγματα του ΕΝΝ κατά τον Β΄ ΠΠ. Γι’ αυτό γίνεται ενδεικτικά μνεία σε δύο ιδιαίτερα σημαντικά περιστατικά. Το πρώτο αφορά το πλοίο «ΝΙΚΟΛΑΟΣ  Γ. ΚΟΥΛΟΥΚΟΥΝΤΗΣ», το οποίο υπό την πλοιαρχία του Κωνσταντίνου Πανώργιου, επέτυχε παρά τους κινδύνους και τις δυσκολίες, να εισέλθει την 2-2-43 στο λιμένα της Λιβύης και να εκφορτώσει πολύτιμα καύσιμα γιά το 8ο Βρετανικό Στράτευμα που πολεμούσε στη Βόρεια Αφρική. Ο Βρετανός Πρωθυπουργός Winston Churchill επισκέφτηκε το πλοίο στις 4-2-43 και το συνεχάρη προσωπικά. Το δεύτερο αφορά σε παρόμοιο εγχείρημα. Το φορτηγό «ΕΛΠΙΣ», υπό την πλοιαρχία του Νικολάου Κουβαλιά, πλησίασε υπό σφοδρότατο βομβαρδισμό την Λιβύη και εκφόρτωσε καύσιμα γιά τα Βρετανικά στρατεύματα, επισύροντας τις επιδοκιμασίες του Βασιλιά της Αγγλίας.
Η συμβολή του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού
Η πρόβλεψη γιά τον επερχόμενο Β΄ ΠΠ, η απόφαση γιά την προπαρασκευή της χώρας να αμυνθεί και η θέση της στο πλευρό των Συμμάχων, σε περίπτωση που θα ήταν εξαναγκασμένη να εγκαταλείψει την ουδετερότητά της, ανακοινώθηκε στο Ανώτατο Ναυτικό Συμβούλιο από τον Πρωθυπουργό Ι. Μεταξά το Φθινόπωρο του 1936.6 
Όλες οι προετοιμασίες έγιναν μεταξύ 1937 και 1940, μέσα στα στενά πλαίσια των δυνατοτήτων του Κρατικού Προϋπολογισμού και κατά το μεγαλύτερο μέρος από Ελληνικά χέρια και μυαλά. Το ΒΝ ναυπήγησε 2 Αντιτορπιλλικά στην Αγγλία. Συγχρόνως παρήγγειλε δύο πακέτα υλικών, γιά τη ναυπήγηση 2 ακόμη πανομοιοτύπων Αντιτορπιλλικών στην Ελλάδα, στα υπό ίδρυση τότε από το ΒΝ Ναυπηγεία Σκαραμαγκά, τα οποία προωρίζοντο γιά την κάλυψη και αναγκών του ΕΕΝ. Τα πυροβόλα των 4 Αντιτορπιλλικών παρηγγέλθησαν στη Γερμανία. Στην έκδοση του 1939 του παγκοσμίου καταλόγου “Jane’s Fighting Ships”, αναγράφεται ότι το ΒΝ είχε πρόγραμμα ναυπηγήσεως 12 Αντιτορπιλλικών και 2 Υποβρυχίων.
Είναι ίσως ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι, μόνο η Γερμανία κατά την περίοδο εκείνη εδέχετο παραγγελίες πολεμικού υλικού με ανταλλαγή Ελληνικών προϊόντων (clearing), ενώ η Αγγλία, Γαλλία και Αμερική απαιτούσαν πληρωμές σε ξένο συνάλλαγμα, που δεν διέθετε σε επάρκεια η Ελλάδα. Η Γερμανία επίσης απορροφούσε τις περισσότερες από τις Ελληνικές εξαγωγές, στα πλαίσια της προσπάθειας  που κατέβαλε να προσετερισθεί την Ελλάδα.
Κατ’ επέκταση των 20 μεγάλων μονίμων συνοριακών οχυρωματικών έργων της «Γραμμής Μεταξά», το ΒΝ κατεσκεύασε και εξώπλισε 8 επάκτια πυροβολεία, με τα οποία είχε τον έλεγχο στρατηγικών παραθαλασσίων προσβάσεων και εξησφάλιζε τις διά πλοίων μεταφορές προς το Μέτωπο προσωπικού και υλικών από διάφορα μέρη της Ελλάδας. Το ΒΝ ήταν επίσης υπεύθυνο α) γιά την λειτουργία και αξιοποίηση των ανά την Ελλάδα 400 περίπου παρατηρητηρίων επιτηρήσεως αέρος και θαλάσσης, β) γιά την αεράμυνα των Αθηνών, και γ) την αεράμυνα του μεγαλυτέρου μέρους του Ελληνικού χώρου, με εξαίρεση τις περιοχές του Μετώπου.
Τα 34 μάχιμα πλοία του ΒΝ που πήραν μέρος στη Μάχη της Ελλάδας από 28-10-40 μέχρι 31-5-41, ήταν ως επί το πλείστον παλαιά και δεν αποτελούσαν ταιριαστό αντίπαλο στον 45 φορές μεγαλύτερο και πλέον σύγχρονο Ιταλικό Στόλο. Εν τούτοις, όλες οι αποστολές του ΒΝ, πραγματοποιήθηκαν αποτελεσματικά και χωρίς απώλειες κατά την πρώτη πεντάμηνη περίοδο του Ελληνο-Ιταλικού πολέμου. Οι απώλειες του ΒΝ άρχισαν από τη Γερμανική επίθεση. Το ΒΝ έχασε καθ’ όλη τη διάρκεια του Β΄ ΠΠ, από 28-10-40 μέχρι 10-5-45, περί τα 28 μάχιμα πλοία και άνω των 700 ανδρών. Μόλις ολοκληρώθηκε η κατάληψη της Ελλάδας από τους Γερμανούς, το ΒΝ δεν παραδόθηκε, αλλά έπλευσε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου και συνέχισε μαχόμενο κατά των κοινών εχθρών στο πλευρό των Συμμάχων, μέχρι τη λήξη του Β΄ ΠΠ στην Ευρώπη. Το Πολεμικό Ναυτικό της Ελλάδας ήταν το μοναδικό από τα αντίστοιχα Ναυτικά όλων των συμμαχικών χωρών που, μετά την κατάκτησή τους, δεν παραδόθηκε, αλλά συνέχισε σύσσωμο να μάχεται κατά του Άξονα, καθ’ όλο το διάστημα της ξενικής κατοχής της Πατρίδας του.
Κατά τη διάρκεια του Β΄ ΠΠ, αναγνωρίζοντας οι Σύμμαχοι τη συμβολή του ΒΝ, ανεπλήρωσαν και συμπλήρωσαν τα πλοία του που είχαν βυθισθεί, ώστε το 1943 το ΒΝ να διαθέτει 43 μάχιμα πλοία. Το προσωπικό του ΒΝ από 6.500 περίπου άνδρες στην Ελλάδα κατά το 1940, έφθασε περί τους 8.500 στο εξωτερικό το 1944.
Οι κύριες αποστολές του ΒΝ κατά τη Μάχη της Ελλάδας και μετέπειτα κατά τη δράση του στο εξωτερικό κατά τον Β΄ ΠΠ, ήταν η συνοδείες νηοπομπών εμπορικών κυρίως πλοίων, που μετέφεραν προσωπικό και υλικά γιά τις ανάγκες του συμμαχικού αγώνα. Ενδεικτικό της ουσιαστικής συμβολής του ΒΝ είναι ότι το 1943 από τα 41 συμμαχικά πολεμικά που χρησιμοποιούντο γιά την προστασία νηοπομπών, τα 27 ήταν Βρετανικά, τα 11 Ελληνικά και τα 3 Γαλλικά.6  
Εκτελώντας τις πολεμικές τους αποστολές στο εξωτερικό, τα πλοία του ΒΝ κάλυψαν αθροιστικά την περίοδο 1941-44 περί τα 2 εκατομμύρια ναυτικά μίλλια, ήτοι ήταν περί τις 185.000 ώρες εν πλω. Κατά μέσο όρο κάθε πλοίο του ΒΝ εκάλυψε περί τα 20.000 ναυτικά μίλλια, υπό πολεμικές συνθήκες.
Επίλογος
Η Ελλάδα, το ΕΕΝ και το ΒΝ έπαιξαν σπουδαίους ρόλους κατά τον Β΄ ΠΠ, συμβάλλοντας ουσιαστικά στο μέτρο των δυνατοτήτων τους στο πλευρό των Συμμάχων και πληρώνοντας ακριβά με μεγάλες θυσίες αίματος και υλικών αγαθών.
Το μοναδικό Ελληνικό Ναυπηγείο που ήταν κατάλληλο γιά κατασκευές πλοίων και είχε ιδρυθεί μεταξύ 1937 και 1939, βομβαρδίστηκε και καταστράφηκε τελείως από τους Συμμάχους κατά τον τελευταίο χρόνο που η Ελλάδα βρισκόταν υπό κατοχή, με αποτέλεσμα να μη είναι σε θέση μετά την απελευθέρωση να αναλάβει αναγκαίες κατασκευές καινούργιων πολεμικών και εμπορικών πλοίων.
Το ΕΕΝ βγαίνοντας από το Β΄ ΠΠ βαριά τραυματισμένο, έκανε μιά καινούργια αρχή και επέτυχε να κερδίσει τη σημερινή του πρωτοποριακή θέση στη παγκόσμια ναυτιλία. Η Αμερικανική Κυβέρνηση, που κατά την διάρκεια του Β΄ ΠΠ είχε ναυπηγήσει περί τα 2.742 φορτηγά τύπου LIBERTY, επώλησε στο ΕΕΝ, με εγγύηση της Ελληνικής Κυβερνήσεως, 100 πλεονάζοντα πλοία αυτού του τύπου. Τα εν λόγω 100 φορτηγά, που περιελάμβαναν τα 15 που είχαν ήδη διατεθεί διαρκούντος του πολέμου στο ΕΕΝ, απετέλεσαν τη ραχοκοκαλιά της αναγενόμενης μεταπολεμικά Ελληνικής Εμπορικής Ναυτιλίας. Λίγο αργότερα, το 1948, η Αμερική επώλησε επίσης σε Έλληνες πλοιοκτήτες 7 πετρελαιοφόρα πλοία τύπου Τ2, που δημιούργησαν τον πυρήνα του περίφημου ελληνόκτητου στόλου πετρελαιοφόρων, ο οποίος αναπτύχθηκε κατά τα επόμενα χρόνια. Τα Ελληνόκτητα ποντοπόρα εμπορικά πλοία κατά το 1989 έφθασαν παγκοσμίως στην πρώτη θέση, την οποία έκτοτε διατηρούν. Έτσι κατά το έτος 2000 η Ελληνόκτητη ναυτιλία διαθέτει άνω του 17% της παγκόσμιας μεταφορικής ικανότητας, ενώ τα ποντοπόρα πλοία της υπερβαίνουν σε αριθμό τα 3.500, με συνολική χωρητικότητα άνω των 90 εκατομμυρίων κόρων. 
Η αναγέννηση των κατεστραμμένων από τον Β΄ ΠΠ Ναυπηγείων της βορείου Γερμανίας, αρχικά στηρίχθηκε σημαντικά από πολλές αξιόλογες παραγγελιές προς αυτά Ελλήνων Εφοπλιστών, αμέσως μετά τη λήξη του πολέμου. Εκ των πρώτων που εμπιστεύτηκαν τα εν λόγω Ναυπηγεία με παραγγελίες κατασκευής καινούργιων εμπορικών πλοίων ήταν ο Αριστοτέλης Ωνάσης, ακολουθούμενος από τους αδελφούς Λύρα, τον Διαμαντή Πατέρα και άλλους. 
Αργότερα ο Σταύρος Νιάρχος αγόρασε περί το 1955 από το ΠΝ τα κατεστραμμένα από το 1944 συνεπεία συμμαχικών βομβαρδισμών Ναυπηγεία Σκαραμαγκά και τα ανέδειξε στην μεγαλύτερη επιτυχημένη Ελληνική επισκευαστική και κατασκευαστική βιομηχανική μονάδα πλοίων, υπό την εταιρική μορφή «ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΝΑΥΠΗΓΕΙΑ ΑΕ», που έκτοτε ναυπηγούσαν και επισκεύαζαν πλοία γιά το ΕΕΝ και γιά το ΠΝ. Από το 1985 τα εν λόγω Ναυπηγεία περιήλθαν στον έλεγχο του Δημοσίου, ενώ τελευταία έχουν ιδιωτικοποιηθεί και πωληθεί σε ξένους.
Η Ελλάδα δεν στάθηκε τόσο τυχερή όσο όλες οι άλλες δυτικοευρωπαϊκές συμμαχικές χώρες, που αμέσως μετά την με τη βοήθεια των Συμμάχων απελευθέρωσή τους το 1944, αποδύθηκαν στην ανασυγκρότησή τους.  Αντιθέτως προς αυτές, η Ελλάδα αντιμετώπισε από το τέλος του 1944 μέχρι το τέλος περίπου του 1949 συστηματικές και αλλεπάλληλες ένοπλες προσπάθειες, προκειμένου να συρθεί πίσω από το σιδηρούν παραπέτασμα, στο οποίο είχαν ήδη βρεθεί υπό τον πλήρη έλεγχο της Σοβιετικής Ενώσεως όλες οι προς βορράν μας Χώρες, με τις οποίες συνορεύουμε. Κατά την περίοδο αυτή η Ελλάδα έπαθε μεγαλύτερες καταστροφές και υπέστη εκτενέστερες αιματοχυσίες από τους δύο πολέμους που προηγήθηκαν το 1940-44. Η Ελλάδα τελικά επέτυχε μαχόμενη σκληρά, να παραμείνει μιά ελεύθερη δημοκρατική χώρα, χάρις στην σθεναρή της αντίσταση και τη βοήθεια του αμερικανικού «Δόγματος Τρούμαν», βάσει του οποίου δόθηκε οικονομική και στρατιωτική βοήθεια στην Τουρκία και την Ελλάδα. Έτσι η ανασυγκρότηση της Ελλάδας άρχισε καθυστερημένα από το 1950 και μετά. Σ’ αυτή συνέβαλε οικονομικά και το αμερικανικό «Σχέδιο Μάρσαλ», που διέθεσε δωρεάν βοήθεια προς όλα τα ευρωπαϊκά κράτη και την Τουρκία, γιά να ανασυγροτηθούν μετά το Β΄ ΠΠ. Όταν ιδρύθηκε το ΝΑΤΟ το 1949, η Ελλάδα δεν έγινε αμέσως δεκτή σ’ αυτό, παρά το ότι είχε συμβάλει σημαντικά στη νίκη των Συμμάχων. Χρειάστηκε να περιμένει μέχρι να ετοιμασθεί και η Τουρκία γιά να  μπουν αργότερα ταυτοχρόνως οι δύο αυτές χώρες στην Ατλαντική Συμμαχία.
Υπενθυμίζεται ότι κατά τον Α΄ ΠΠ η Τουρκία ήταν σύμμαχος των Κεντρικών Δυνάμεων, συνεπώς και της Γερμανίας. Κατά τον Β΄ ΠΠ η Τουρκία παραμένοντας «ουδέτερη», αλλά με σαφή ροπή προς τη Γερμανία, την οποία δεν έπαυσε να εφοδιάζει με πρώτες ύλες, επέτυχε να εξέλθει του πολέμου ανέπαφη. Αντιθέτως η Ελλάδα συμπολέμησε στον Α΄ ΠΠ  και στον Β΄ ΠΠ στο πλευρό των Συμμάχων και υπέστη κατά την περίοδο 1940-49 τις μεγαλύτερες από κάθε άλλη χώρα καταστροφές και θυσίες, αναλογικά προς το μέγεθός της και τον πληθυσμό της. Εν τούτοις οι Σύμμαχοι, αμέσως μετά το τέλος του Β’  ΠΠ, αντιμετώπισαν κατά τον ίδιο τρόπο την Ελλάδα και την Τουρκία. Αυτή η «ίση» μεταχείριση της Ελλάδας και της Τουρκίας όσον αφορά το «Δόγμα Τρούμαν», το «Σχέδιο Μάρσαλ» και την ταυτόχρονη εισδοχή της στο ΝΑΤΟ, είναι μερικά, αλλά πολύ χαρακτηριστικά δείγματα της συμμαχικής νοοτροπίας και πολιτικής.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου